ΕΚΔ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ 1983. Μετάφραση Rosemary Edmonds … δυστυχώς η μετάφραση αδικεί το κείμενο.
Γνώρισε σ’ εμάς το πιο σπάνιο μυστήριο απ’ όλα, ότι ο Θεός είναι μια υποστατική ύπαρξη, όχι όμως ένα πρόσωπο αλλά τρία σε ένα: Η Αγία Τριάδα. }026}
Η πείρα αποδείχνει σ’ όλους πολύ καθαρά ότι όταν οι Χριστιανοί αρχίσουν να ελαττώνουν τον ορίζοντα της αποκαλύψεως που δόθηκε σ’ εμάς από τον Ιησού Χριστό και το Άγιο Πνεύμα, σιγά-σιγά παύουμε να ελκυόμαστε από το αποκαλυμμένο σ’ εμάς Φως. Αν θέλουμε να διατηρήσουμε την ελπίδα σωτηρίας πρέπει να είμαστε θαρραλέοι. }027}
Όταν εμείς οι γιοί της Καινής Διαθήκης μελετούμε την Παλαιά Διαθήκη, παρατηρούμε ότι ο Θεός προσπάθησε να δώσει ν’ αντιληφθούν οι προγενέστεροι από μας ότι αυτό το ΕΓΩ ΕΙΜΙ είναι μια ύπαρξη αλλά συγχρόνως τρία πρόσωπα. Και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο Θεός μιλούσε για τον εαυτό του χρησιμοποιούσε το «ημείς». … }030} Ακόμα πιο εμφανής έγινε στον Αβραάμ· του εμφανίστηκαν τρεις άνθρωποι, αλλ’ απευθύνθηκε σ’ αυτούς σαν να ήταν ένα πρόσωπο.
Είδαμε ότι ο Χριστός σταδιακά άρχισε να ομιλεί για τον Πατέρα, και κατά το τέλος της επίγειας ζωής του μίλησε για το Άγιο Πνεύμα. Αρχικά οι μαθητές δεν εννόησαν γιατί μιλούσε, αλλά και αυτός καμιά προσπάθεια δεν έκανε να τους εξηγήσει για την εικόνα αυτού του Θείου Όντος. … Αντί γι’ αυτό υπέδειξε πώς μπορούν ν’ αποχτήσουν ακριβή γνώση «εάν υμείς μείνητε εν τω λόγω τω εμώ … γνώσεσθε την αλήθειαν». }031}
Η γνώση του προσωπικού Θεού δημιουργεί χωρίς αμφιβολία ένα προσωπικό χαρακτήρα. Το όμοιο αναγνωρίζει το όμοιο. Υπάρχει ένα τέλος στην θανατηφόρα ανιαρότητα του απρόσωπου.
Στις καρδιές μας υποκειμενικά φαίνεται ότι αυτή η πείρα δεν επιδέχεται καμιά αμφιβολία καθ’ όσον ελέγχεται από την αγάπη, της οποίας το άγγιγμα αισθανόμαστε. Αλλά παρά το γεγονός του εναγκαλισμού όλων απ’ την αγάπη, παρά το γεγονός του Φωτός, μέσα στο οποίο εμφανίζεται η αγάπη, δεν είναι }033} μόνο σφάλμα αλλά και επικίνδυνο να βασιζόμαστε αποκλειστικά και μόνο σ’ αυτό. … Η ιστορία της Εκκλησίας μπορεί να μας δώσει πολλά τέτοια παραδείγματα, ώστε να διδαχθούμε να ρωτάμε αυτούς που έχουν μεγαλύτερη πείρα να κρίνουν αν η περίπτωσή μας δεν είναι απλώς φαντασία αλλά χάρη που προέρχεται εκ των άνω. }034}
Και σε κάθε βήμα μας είναι αναγκαίο να θυμόμαστε ότι η μόνωση δια της αυτοεμπιστοσύνης είναι φορτωμένη με την πιθανότητα ν’ αμαρτήσουμε απέναντι στην Αλήθεια. }035}
Η Εκκλησία αντιμετώπισε την ανεπάρκεια της γλώσσας επιστράτευσε αρνητικούς τύπους διδάσκοντας μας να θεωρούμε τα πρόσωπα της Τριάδος χωρίς να συγχέομε τα πρόσωπα ούτε να διαιρούμε την υπόσταση. … Έτσι ο νους που λειτουργεί ορθολογικά χειραγωγείται σταθερά χωρίς να μπορεί να κινηθεί προς την μια ή την άλλη πλευρά σαν ένα σώμα καρφωμένο σε σταυρό.
Η θεωρία είναι υπόθεση όχι λεκτικών τύπων αλλά ζωντανής πείρας· στην καθαρή προσευχή ο Πατέρας, ο Υιός και το Πνεύμα φαίνονται στην συνυποστατική τους ενότητα.
Το Άγιο Πνεύμα μας εισάγει στο βασίλειο της Θείας αγάπης, και όχι μόνο ζούμε αυτή την αγάπη, αλλ’ αρχίζομε ν’ αντιλαμβανόμαστε ότι αν ο Θεός ο πρώτος και ο Έσχατος, ήταν Μονοϋπόστατος (δηλαδή ένα πρόσωπο), δεν θα μπορούσε να είναι αγάπη. Ο Μωϋσής που ερμήνευσε την αποκάλυψη ΕΓΩ ΕΙΜΙ σαν έννοια μιάς υποστάσεως έδωσε στο λαό το Νόμο. }036}
Ο Μονοϋπόστατος Θεός της Παλαιάς Διαθήκης και (αρκετά μετά την Καινή Διαθήκη) ο Θεός του Κορανίου δεν γνωρίζει την αγάπη.
Η αγάπη οδηγεί στην μοναδικότητα του Όντος. … Αυτή η αγάπη κάνει το σύνολο του Θείου Όντος μονάδα αιώνια. Κατά τον τύπο αυτής της ενότητας το ανθρώπινο γένος πρέπει να γίνει ένας άνθρωπος.
Η εντολή του Χριστού είναι η προέκταση της ουράνιας αγάπης στα γήινα όρια. Αναλογιζόμενος το περιεχόμενό της εξομοιώνει τη ζωή του ανθρώπινου γένους με τη ζωή του Τριαδικού Θεού. Η χαραυγή της κατανοήσεως αυτού του μυστηρίου έρχεται με την προσευχή για όλο }037} τον κόσμο σαν ένα άνθρωπο. Σ’ αυτή την προσευχή ζει κανείς την συνυποστατικότητα του ανθρωπίνου γένους. Είναι αναγκαίο να προχωρούμε από αφηρημένες ιδέες σε υπαρκτές δηλαδή οντολογικές κατηγορίες.
Μέσα στη ζωή της Τριάδας, κάθε υπόσταση είναι φορέας της πληρότητας του Θείου Όντος. Και επομένως δυνάμει ίση με την Τριάδα σαν σύνολο. Για να πετύχουμε την πληρότητα του Θεού-ανθρώπου πρέπει να γίνουμε δυνάμει ίσοι με την ανθρωπότητα στο σύνολό της. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η αληθινή έννοια της δευτέρας εντολής που είναι πραγματικά «ομοία της πρώτης».
Αυτή η ακεραιότητα της αποκαλύψεως που δόθηκε σ’ εμάς είναι ανεξάντλητη.
Στην ιστορία του χριστιανικού κόσμου παρατηρούμε δύο θεολογικές τάσεις: Την πρώτη, που διήρκησε επί αιώνες, να συμβιβάζει τις αποκαλύψεις τις αναφερόμενες στον Τριαδικό Θεό, με τον δικό μας τρόπο σκέψεως. Την άλλη που μας καλεί σε μετάνοια, σε μια ριζική μεταμόρφωση όλης της υπάρξεως μας, με μια ζωή σύμφωνη με το Ευαγγέλιο. Η πρώτη είναι αξιέπαινη και ιστορικά αναγκαία, αλλ’ αν χωριστεί από τη ζωή είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. «Είπεν ο Ιησούς … εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο Πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα, και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσομεν». Αυτός είναι ο χριστιανικός τρόπος γι’ απόκτηση της τέλειας γνώσεως. Η εντός ημών κατοίκηση του Πατρός και του Υιού και αδιαιρέτως από αυτούς }038} του Αγίου Πνεύματος, θα δώσει σ’ εμάς την αληθινή γνώση του Θεού. }039}
Ο άνθρωπος έχει πλήρη ελευθερία να καθορίσει τη στάση του αρνητικά έναντι του Θεού, και ακόμα να συγκρουστεί μαζί του. }041}
Ο Χριστός παντοκράτορας αλλά με τη δύναμη της ταπεινής αγάπης. … Μας αγαπά πνευματικά παρά την αναίσθητη συμπεριφορά μας. Μας καλεί είναι πάντοτε έτοιμος να απαντήσει στην κραυγή μας για βοήθεια, και να οδηγήσει τα διστακτικά και αβέβαια βήματά μας μέσα απ’ όλα τα εμπόδια που βρίσκονται στο δρόμο μας. Μας σέβεται ως ίσους του. Το ύψιστο ιδανικό του είναι να μας δει στην αιωνιόητα, αληθινά ως ίσους του, φίλους του και αδελφούς του, και γυιούς του Πατέρα. Αγωνίζεται γι’ αυτόν, το επιθυμεί διακαώς. Αυτός είναι ο Χριστός μας, και ως άνθρωπος κάθισε στα δεξιά του Πατέρα. }042}
Επειδή γεννηθήκαμε καθαρά δυνητικοί, το πνεύμα μας πρέπει να συνέχεια να καθιστά την ύπαρξη μας υπόσταση. Έχομε ανάγκη να αναπτυσσόμεθα. Αυτή η ανάπτυξη συνδέεται με πόνους και βάσανα. Όμως όσο παράξενο και να φαίνεται τα βάσανα είναι επιτακτικά για την διατήρηση της ζωής που δημιουργήθηκε από το μηδέν. Εάν τα ζώα δεν αισθάνονταν πείνα δεν θα έκαναν καμιά προσπάθεια προς εύρεση τροφής αλλ’ απλώς θα παρέμεναν καταγής περιμένοντας τον θάνατο. }043}
Από το ένα μέρος αυτούς που άστοχα αποστρέφονται την ταλαιπωρία της ζωής στη γη και κατ’ επέκταση αποστρέφονται την ύπαρξη γενικά και αισθάνονται να βυθίζονται περίεργα σε μια ανάπαυση ανυπαρξίας που διαπερνά τα πάντα. Από το άλλο μέρος αυτούς που ακολουθούν το Χριστό και προσπαθούν να κυριαρχήσουν στις γήινες αδυναμίες τους να επιτύχουν τη θεία αιωνιότητα, επιστρατευόντας, στις }044} προσπάθειές τους να εισέλθουν πιο βαθειά στα μυστικά του Άναρχου Όντος μεθόδους που φαίνονται ανυπόφορα παράλογες. «Εφ’ ώ ου θέλομεν εκδύσασθαι, αλλ’ επενδύσασθαι, ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής» — το αντίθετο της φιλοσοφίας και της ασκητικής θεωρίας της απεκδύσεως της υπάρξεως.
Το είδος της προσωπικής υπάρξεως που λαμβάνουμε με τη γέννησή μας — ύπαρξη δυνητική την οποία μερικώς }045} ήδη σκεφθήκαμε — ποτέ δεν είναι δυνατό ν’ αναπτυχθεί από το άτομο του υδρογόνου οσεσδήποτε θαυμαστές και απρόβλεπτες «συμπτώσεις» συμβούν. Η οντολογική απόσταση είναι πάρα πολύ μεγάλη μεταξύ της καταστάσεως του ατόμου της ύλης και της καταστάσεως του όντος το οποίο πλέον είμαστε και για το οποίο είμαστε βέβαιοι ότι θα τελειοποιηθεί και θα συμπληρωθεί.
Όταν το Άγιο Πνεύμα κατοικήσει μέσα μας, μας οδηγεί να ζήσουμε την αγάπη που μας δόθηκε ως εντολή από το Χριστό· αισθανόμαστε μέχρι τα κατάβαθά μας ότι αυτή είναι η μόνη φυσική κατάσταση για το αθάνατο πνεύμα μας, και σ’ αυτή την κατάσταση αντιλαμβανόμαστε τη θεϊκή παγκοσμιότητα του Χριστού και των εντολών του.
Ο ακριβής τρόπος κατά τον οποίο «εδοκίμασεν» ο Αδάμ τον καρπό της γνώσεως του καλού και του κακού δεν είναι ουσιώδης. Η αμαρτία του ήταν η αμφιβολία του για το Θεό, η επιθυμία του να καθορίσει τη ζωή του ανεξάρτητα }048} από το Θεό, ακόμα η απομάκρυνση από αυτόν κατά τον τύπο του Εωσφόρου. Αυτό ακριβώς είναι η ουσία του αμαρτήματος του Αδάμ. Ήταν μια κίνηση προς αυτοθεοποίηση. Ο Αδάμ μπορούσε να επιθυμεί φυσικά την θεοποίηση, άλλωστε είχε δημιουργηθεί κατ’ εικόνα Θεού, αλλά αμάρτησε στον τρόπο θεοποιήσεως, γιατί αυτή δεν έγινε δια μέσου της ενώσεώς του με το Θεό αλλά με ρήξη.
Οι σπόροι της τραγωδίας — το διαπίστωσα στη νεαρή μου ηλικία — σπέρνονται όταν ο άνθρωπος συναρπάζεται από κάποιο ιδανικό. Για να πετύχει αυτό το ιδανικό, ο άνθρωπος είναι έτοιμος να διακινδυνεύσει κάθε θυσία, κάθε ταλαιπωρία, ακόμα κι αυτή τη ζωή του. Συμβαίνει όμως, όταν πετύχει το αντικείμενο των προσπαθειών του, ν’ αποδεικνύεται ότι αυτό είναι μια ανόητη χίμαιρα. Η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται σ’ αυτό που είχε κατά νου. Αυτή η λυπηρή ανακάλυψη οδηγεί σε βαθειά απαγοήτευση, σ’ ένα τραυματισμένο πνεύμα, ένα τερατώδη θάνατο. }049}
Ζούσε την τραγωδία όλου του ανθρώπινου γένους αλλά αυτός ο ίδιος (ο Χριστός) δεν ήταν τραγωδία.
Έως ότου επιτύχουμε την υπέρτατη ελευθερία από τα γήινα πάθη, η ταλαιπωρία και η θλίψη μπορούν να καταβάλλουν το σώμα, αλλά μόνο το σώμα θα πεθάνει. }051}
Βγαίνοντας από το κελί της φυλακής του ατομισμού και μπαίνοντας στην ευρύτητα της ζωής της καθ’ ομοίωσιν του Χριστού, γινόμαστε μέτοχοι της φύσεως της προσωπικότητας σύμφωνα με το Ευαγγέλιο. … το «εγώ» είναι το όπλο στη μάχη για την ύπαρξη του ατόμου που αρνείται την κλήση του Χριστού για το άνοιγμα της καρδιάς σε μια παγκόσμια καθολική αγάπη. }052}
Όπως διδαχθήκαμε, η αληθινή θεωρία αρχίζει τη στιγμή που αρχίζομε να γνωρίζουμε την αμαρτία μέσα μας. Η Παλαιά Διαθήκη αντιλαμβάνεται την αμαρτία ως παράβαση των ηθικών και θρησκευτικών διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου. Η Κ. Διαθήκη μετέφερε την ιδέα της αμαρτίας μέσα στον άνθρωπο. Το να αντιληφθούμε την αμαρτία μέσα μας είναι μια πνευματική πράξη, αδύνατη χωρίς τη θεία χάρη, }054}
Η αμαρτία δεν είναι παράβαση των ηθικών μέτρων της ανθρωπίνης κοινωνίας ή οποιασδήποτε άλλης νομικής διατάξεως. Η αμαρτία μας αποκόπτει από το Θεό της αγάπης }055}
Η ύπαρξη της ιδέας της αμαρτίας είναι δυνατή εκεί όπου ο Θεός υπολογίζεται ως απόλυτη Υπόσταση. Το ίδιο κι η μετάνοια για την αμαρτία είναι δυνατή και σωστή μόνον όπου υπάρχει προσωπική σχέση με το Θεό. Η συνάντηση με τον προσωπικό Θεό, είναι το γεγονός που την κάνει αντιληπτή. Ο αμαρτωλός άνθρωπος αμέσως αποκτά την πείρα της και συγχρόνως αισθάνεται φόβο και μεταρσίωση. Είναι μια εκ των άνω αναγέννηση. Ένα μοναδικό άνθος που αναπτύσσεται μέσα μας. Η υπόσταση-πρόσωπο. Όπως η Βασιλεία των Ουρανών έτσι και το πρόσωπο «ουκ έρχεται μετά παρατηρήσεως». }056}
Η ψυχή έρχεται πρώτα σε γνώση του εαυτού της και κατόπιν πρόσωπο με πρόσωπο με τον Θεό. Και το γεγονός ότι η τέτοια προσευχή είναι δώρο του προσευχόμενου μέσα μας Θεού δείχνει ότι το πρόσωπο γεννιέται εκ των Άνω και έτσι δεν υπόκειται στους νόμους της φύσεως. Το πρόσωπο ξεπερνά τα γήινα όρια και κινείται σε άλλες σφαίρες. Αυτό δεν μπορεί να ερμηνευθεί. Είναι ένα και μοναδικό.
Η Απόλυτη Ύπαρξη είναι υποστατική και ο άνθρωπος σαν εικόνα του Απολύτου, είναι υποστατικός. Πνεύμα ο Θεός, πνεύμα και ο άνθρωπος-υπόσταση. … Ο άνθρωπος σαν υπόσταση είναι μια αρχή που ενοποιεί την πολλαπλότητα του κοσμικού όντος, ικανός να περιλάβει την πληρότητα της θείας και ανθρωπίνης ζωής.
Το πρόσωπο δεν καθορίζει τον εαυτό του σαν αντίθεση. Είναι μια κατάσταση αγάπης. Η αγάπη είναι το πλέον βαθύ περιεχόμενο της υπάρξεώς του, η ευγενέστερη έκφραση της ουσίας του. Σ’ αυτή την αγάπη βρίσκεται το καθ’ ομοίωση του Θεού ο οποίος είναι αγάπη. Καθ’ αυτό το πρόσωπο είναι μια τελειότητα που υπερβαίνει κάθε άλλη κοσμική αξία. Χαρούμενος για την ελευθερία που ανακάλυψε, ο άνθρωπος θεωρεί το Θείο κόσμο.
Η επιστημονική και φιλοσοφική γνώση μπορεί να διατυπωθεί με ορισμούς αλλά το πρόσωπο είναι πιο πάνω από κάθε ορισμό, και κατά συνέπεια άγνωστο }057} εξωτερικά· μόνο το ίδιο μπορεί ν’ αποκαλύψει τον εαυτό του.
Στο Θείο Όν η Υπόσταση αποτελεί την πιο εσωτερική αρχή του Όντος. Ομοίως στο ανθρώπινο όν η υπόσταση είναι το πιο ουσιαστικό στοιχείο. Πρόσωπο είναι «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος, εν τω αφθάρτω … του πνεύματος … ό εστίν ενώπιον του Θεού πολυτελές» — αυτό είναι ο πιο πολύτιμος πυρήνας ολόκληρης της ανθρωπίνης υπάρξεως, προικισμένος με την }058} ικανότητα της αυτογνωσίας και του αυτοπροορισμού, την κατοχή δημιουργικής ενέργειας και τη δυνατότητα της γνώσεως όχι μόνο του κόσμου της δημιουργίας αλλά και του Θείου κόσμου. Προικισμένος με αγάπη ο άνθρωπος αισθάνεται συνδεδεμένος με τον αγαπημένο του Θεό. Με αυτό το σύνδεσμο γνωρίζει το Θεό, και έτσι η αγάπη και γνώση γίνονται μια ενέργεια.
Ο Θεός αποκαλύπτεται κυρίως δια της καρδίας σαν αγάπη και φως.
Η προσωπική αποκάλυψη καθιστά τη γενική αποκάλυψη της Κ. Διαθήκης πνευματικά οικειότερη. Αυτή η προσωπική αποκάλυψη μπορεί να δοθεί αιφνιδιαστικά, αλλά και ο άνθρωπος που τη λαμβάνει μπορεί να την αφομοιώσει σιγά-σιγά ύστερα από μακροχρόνιο ασκητικό αγώνα. Από την πρώτη στιγμή το ζωντανό περιεχόμενο της αποκαλύψεως είναι φανερό και η ψυχή δεν αισθάνεται καμιά ώθηση να ερμηνεύσει με λογικές διεργασίες τη χάρη που δέχθηκε. Πάντα όμως η ψυχή ποθεί μια βαθύτερη γνώση.
… η γνώση την οποία προσφέρει έχει έναν ιδιότυπο αντικειμενικό χαρακτήρα, τον οποίο επανειλημμένα παρατηρούμε ανά τους αιώνες στους βίους πολλών ατόμων, ταυτόσημο σε μεγάλο βαθμό τόσο στην πείρα τους όσο και στον αυτοπροορισμό τους. }059}
Ως αγάπη η υπόσταση απαιτεί άλλη υπόσταση. Αυτό το βλέπομε στην αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος. Το ίδιο και στην περίπτωση του ανθρώπου. … Όταν το ανθρώπινο πρόσωπο στέκεται μπροστά σε αυτόν ο οποίος αυτοαποκαλείται ΕΓΩ ΕΙΜΙ Ο ΩΝ, το πνεύμα του, ολόκληρη η ύπαρξή του όχι μόνο τον δοξάζει αλλά υποφέρει για την μικρότητά της, την άγνοιά της, τα σφάλματά της.
Όταν ψάχνομε }060} να δικαιολογήσομε μια αμαρτωλή πράξη, παραβαίνουμε έτσι εμπράκτως τη διαθήκη που μας ενώνει με το Θεό. Ο Θεός δεν μας αναγκάζει αλλ’ ούτε καταπιέζεται. Αποτραβιέται και μας εγκαταλείπει στερημένους της φωτεινής του παρουσίας. … Με τη μετάνοια και την κατά συνέπεια αυξανόμενη χάρη μέσα μας, η πραγματικότητα του θείου κόσμου υπερισχύει του ορατού κόσμου, και οδηγούμαστε στη θεωρία της ΠΡΩΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. }061}
«…Όσο αφορά τη θρησκευτική ηθική είναι σε πολλά η ίδια στον Ιουδαϊσμό όπως και στον Χριστιανισμό. Οι εντολές που αφορούν την ηθική εκφράζονται σε ιδανικούς τύπους. Στην πράξη όμως διαφέρουν ζωτικά. Η χριστιανική ηθική όμως δίνεται εκ των άνω, από το Άγιο Πνεύμα το οποίο κατέβηκε σε μας μόνο μετά την ανάσταση του Χριστού. Είναι το ίδιο Πνεύμα το οποίο οι ευσεβείς Ιουδαίοι επιζητούν, το αισθάνονται, το βλέπουν αλλά μόνον από μακριά. Όμως ο αληθινός χριστιανός ζει εν Αγίω Πνεύματι με την πίστη στον Ιησού Χριστό. Το Άγιο Πνεύμα αιχμαλωτίζει ακόμα και το σώμα μας με την γλυκύτατη αγάπη του ελευθερώνοντάς το από τη δουλεία των παθών, έως ότου το ίδιο το σώμα επιζητήσει την ανάλυσή του στο Πνεύμα …». (από ένα γράμμα κάποιου που διετέλεσε ραββίνος) }063}
Το Άγιο Πνεύμα έρχεται όταν είμαστε δεκτικοί. Δεν βιάζει. Μας πλησιάζει με τόση διάκριση, που πιθανόν να μην το αντιληφθούμε. … να ερευνήσομε μήπως υπάρχει καμιά άλλη παρουσία, που μπορεί να εμποδίσει την είσοδο του Αγίου Πνεύματος στις ψυχές μας. Δεν πρέπει να αναμένομε το Θεό να εισέλθει βίαια στις ψυχές μας χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Ο Θεός σέβεται και δεν ασκεί πίεση πάνω στον άνθρωπο. Είναι καταπληκτικό πόσο ο Θεός ταπεινώνεται μπροστά μας. Μας αγαπά με μια τρυφερή αγάπη, όχι υπεροπτικά, όχι χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Όταν του ανοίγουμε τις καρδιές μας, κυριαρχεί μέσα μας η πεποίθηση, ότι αυτός είναι πράγματι ο Πατέρας μας. Τότε η ψυχή λατρεύει με αγάπη. }065}
Μόνο όταν δεχόμαστε το Χριστό ως τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο, η πλήρης πνευματική πείρα, όπως περιγράφηκε από τους αποστόλους και τους πατέρες, γίνεται κατορθωτή. }066}
Τον παλιό καιρό όταν η ζωή για τους πολλούς κυλούσε στους ευρείς διαύλους μιας σταθερής παραδόσεως, ο λόγος του Χριστού εμφανιζόταν αδιατάρακτος. Αλλά τώρα όταν όλη η γη είναι γεμάτη απάτη, οι άνθρωποι σε απελπισία, όταν οι συνειδήσεις διαμαρτύρονται υβριστικά, όταν η βία φοβερίζει να εξαφανίσει κάθε ζωή, πρέπει να προσπαθήσουμε ν’ ακουστεί η φωνή μας. Στον παρόντα κίνδυνοευγενικές λέξεις που δεν οδηγούν πουθενά δεν φθάνουν. Είναι ζωτική ανάγκη όλοι σήμερα να στερεώσουμε την πίστη στην αιώνια νίκη του Χριστού, ώστε και εμείς οι ίδιοι να μπορέσουμε να γίνομε πνευματικά ανίκητοι. }067}
Αισθανόμαστε την ασθένειά μας — τη θανατηφόρα δύναμη της αμαρτίας — να ενεργεί μέσα μας και αναζητούμε γιατρό. … Αυτός θεραπεύει τις ψυχές μας από κάθε ασθένεια δίνοντας νέα δραστηριότητα και φωτίζοντάς τες με ανέσπερο φως. Από τα αρχαία χρόνια η πείρα της ζωής της Εκκλησίας έχει αποδείξει χωρίς αμφιβολία ότι για την προσευχή — δηλαδή για το Θεό — καμιά ασθένεια του πνεύματος δεν είναι αθεράπευτη. Μπορεί να έχομε γεννηθεί μέσα στις πιο ακατάλληλες καταστάσεις, να αναπτυχθήκαμε μέσα σε άγνοια, σκληρότητα, ακόμα και μέσα σε εγκληματικό περιβάλλον και να παρασυρθήκαμε από το παράδειγμά του. Μπορεί να υποφέρουμε κάθε είδους στερήσεις, απώλειες, τραύματα. Μπορεί να είμαστε παραμορφωμένοι από τη γέννησή μας και να γνωρίζουμε την περιφρόνηση, το τραύμα, την αποστροφή. Όλα αυτά στον πρόσκαιρο τούτο κόσμο δυστυχώς μπορούν να θέσουν τη σφραγίδα τους στον άνθρωπο, και να τον κατέχουν ακόμα. Όμως τη στιγμή της επιστροφής μας στο Θεό, όταν αποφασίσουμε να ακολουθήσουμε τις εντολές του, μια πορεία θεραπείας αρχίζει από τη βάση. Και δεν θεραπευόμαστε μόνο από τα τραύματά μας, τα πάθη μας αλλά ακόμα αλλάζει και η εξωτερική μας εμφάνιση. }068}
Με τον καιρό η προσευχή θα εισέλθει στη φύση μας, μέχρις ότου σιγά-σιγά ένας νέος άνθρωπος γεννηθεί από το Θεό. … Είναι σημαντικό για τις μέρες μας να μπορούμε να μην επηρεαζόμαστε από εκείνους με τους οποίους σχετιζόμαστε, γιατί διαφορετικά κινδυνεύουμε να χάσουμε και πίστη και προσευχή. }074}
Η πραγματική προσευχή βέβαια δεν έρχεται αμέσως. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να διατηρούμε την έμπνευση ενώ είμαστε περικυκλωμένοι από τα παγωμένα νερά του κόσμου, ο οποίος δεν προσεύχεται. Ο Χριστός έρριξε τη θεία φλόγα στη γη, και προσευχόμαστε σ’ αυτόν να φλογίσει τις ψυχές μας να μην υπερνικηθούμε από το κοσμικό ψύχος και να μην επισκιάσει κανένα μαύρο σύννεφο αυτήν την λαμπρή φλόγα.
Στην πράξη της προσευχής η ανθρώπινη διάνοια βρίσκει την ευγενέστερη έκφρασή της. Η πνευματική κατάσταση του επιστήμονα που ερευνά, του καλλιτέχνη που δημιουργεί έργα τέχνης, του διανοητή που φιλοσοφεί, ακόμα και του επαγγελματία θεολόγου που προβάλλει τις θεωρίες του, όλ’ αυτά δεν μπορούν να συγκριθούν }075} με τα πνευματικά βιώματα ενός ανθρώπου της προσευχής που έρχεται πρόσωπο με Πρόσωπο με τον ζωντανό Θεό. Κάθε άνθρωπος και κάθε είδους πνευματική δραστηριότητα παρουσιάζει λιγότερη δύναμη από την προσευχή. Μπορούμε να εργαστούμε δέκα ή δώδεκα ώρες συνέχεια, αλλά λίγες στιγμές προσευχής είναι εξαντλητικές.
Η προσευχή γεμίζει τα πάντα. Είναι δυνατό όσοι από μας έχουν φυσική έλλειψη χαρίσματος ν’ αποκτήσουν με την προσευχή υπερφυσικά χαρίσματα. }076}
Στις μέρες μας ο μη χριστιανικός μυστικισμός προσελκύει πολλούς που απελπίστηκαν από την παλαιότητα και κενότητα του σύγχρονου κόσμου. Αγνοούν την αληθινή ουσία του Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός κληροδοτεί ταλαιπωρίες αλλά με τις ταλαιπωρίες εισερχόμαστε στα μυστήρια του Όντος. Ο καθένας κατανοεί με τον πόνο τις έννοιες του ανθρωπισμού και της ελευθερίας του. }079}
Η ουσία της ειρήνης του Χριστού βρίσκεται στην τέλεια γνώση του Πατέρα. … Αν γνωρίζομε την αιώνια αλήθεια, όλες οι ταλαιπωρίες αυτής της ζωής θ’ απομακρυνθούν στην περιφέρεια της υπάρξεως μας, ενώ το φως της ζωής που εκπορεύεται από τον Πατέρα θα βασιλέψει μέσα μας.
Δεν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι με αρκετό πνευματικό θάρρος για να βγούνε από τον συνηθισμένο δρόμο που ακολουθεί η αγέλη. Το θάρρος γεννιέται από τη σταθερή πίστη στο Χριστό-Θεό.
Όταν αισθανόμαστε την αδυναμία μας και το πνεύμα μας απελπίζεται, τότε εμφανίζεται κατά κάποιο άγνωστο τρόπο ένα θαυμάσιο φως, που προβάλλει μια ζωή ατέλειωτη. Όταν το σκοτάδι μέσα μας είναι τόσο πυκνό ώστε να παραλύσουμε από τρόμο, }080} τότε το ίδιο φως μετατρέπει τη σκοτεινή νύχτα σε λαμπρή ημέρα. Όταν εμείς καταδικάζουμε τον εαυτό μας σε αιώνια κόλαση όπως το αξίζει και βρισκόμαστε στην αγωνία της πτώσεως μέσα στο σκοτεινό λάκκο, ξαφνικά μια δύναμη εκ των άνω ανυψώνει το πνεύμα μας στα ύψη. Όταν τέλος μας συνθλίβει το συναίσθημα της μηδαμινότητάς μας, το άκτιστο φως μας μεταμορφώνει και μας φέρνει σαν γιούς στο σπίτι του Πατέρα.
Πώς η αυτοκαταδίκη μας μας δικαιώνει μπροστά στο Θεό; Αυτό γίνεται γιατί υπάρχει αλήθεια σ’ αυτή την αυτοκαταδίκη, κι έτσι το Πνεύμα της Αλήθειας βρίσκει τόπο για την κατοίκησή του μέσα μας. }081}
Αν κάποιος άλλος κάνει έργα προς δόξα Θεού που φέραν σ’ αυτόν παροδική αλλά και αιώνια φήμη, ο άνθρωπος της προσευχής δεν αισθάνεται γι’ αυτόν φθόνο αλλά χαρά για την κοινή σωτηρία μας. Η δόξα του αδελφού μου είναι }081} και δική μου δόξα. Τι ευλογία να βλέπεις τους συνανθρώπους σου να λάμπουν από Άγιο Πνεύμα.
Ας μη λησμονούμε όμως ότι αυτή η υπεραφθονία της αγάπης περνά από τα βάθη της κολάσεως. Δεν πρέπει να φοβόμαστε αυτή την κάθοδο, αφού χωρίς αυτήν η πληρότητα της γνώσεως είναι ακατόρθωτη.
Μερικές φορές οι δοκιμασίες και οι δυσκολίες που μας συμβαίνουν μας βάζουν στη θέση ενός ταξιδιώτη που ξαφνικά βρίσκει τον εαυτό του στο χείλος της αβύσσου, από το οποίο είναι αδύνατο να επιστρέψει. Η άβυσσος είναι το σκότος της άγνοιας και ο φόβος της αιχμαλωσίας από το θάνατο. Μόνο η ενέργεια της αγιασμένης απελπισίας θα μας κάνει ικανούς να τα υπερπηδήσουμε. Αφού πεισθούμε από κάποια μυστηριώδη δύναμη, ριχνόμαστε στο άγνωστο επικαλούμενοι το όνομα του Κυρίου. Και τι συμβαίνει; Αντί να σπάσουμε το κεφάλι μας στους βράχους, αισθανόμαστε ένα αόρατο χέρι να μας οδηγεί ευγενικά και να σωζόμαστε. Το να ριχτούμε στο άγνωστο σημαίνει εμπιστοσύνη στο Θεό. Απελπισμένοι από τους ισχυρούς της γης, αρχίζουμε να ερευνούμε για μια νέα ζωή, στην οποία η πρώτη θέση δίνεται στο Χριστό. }082}
Υπάρχουν στιγμές που αισθανόμαστε τον εαυτό μας σε κατάσταση παραφροσύνης. «Μου έδωσες Κύριε την εντολή της αγάπης, αλλά δεν υπάρχει μέσα μου δύναμη γι’ αγάπη. Έλα και κάνε πραγματικότητα σ’ εμένα όλα συ μου παρήγγειλες, γιατί η εντολή σου είναι πάνω από τις δυνάμεις μου. …» }086}
Η προσευχή δεν μπορεί ν’ αποτύχει να αναζωογονήσει τη θεία πνοή που ο Θεός ενεφύσησε στον Αδάμ, με τη δύναμη της οποίας ο Αδάμ έγινε «ψυχή ζώσα». Τότε το αναγεννημένο πνεύμα μας θα θαυμάσει το ύψιστο μυστήριο του Όντος και οι καρδιές μας θα ηχήσουν τον ψαλμικό ύμνο των θαυμαστών έργων του Κυρίου.
Αν δεν περάσουμε μέσα απ’ αυτή τη φωτιά και δεν κατακαύσει τα πάθη που έχουμε ένεκα της πτώσεως της φύσεως μας, δε θα δούμε τη φωτιά να μεταμορφώνεται σε φως. Γιατί δεν έρχεται το φως πρώτο αλλά η φωτιά. Στην κατάσταση της πτώσεως, η φωτιά προηγείται από το φως. }087}
Κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει τις θλίψεις αν θέλει να γεννηθεί σε μια νέα ζωή εν Θεώ, εάν θέλουμε να μεταμορφώσουμε το φυσικό μας σώμα σε πνευματικό σώμα. … Μόνο η δύναμη της προσευχής υπερνικά την αντίσταση της ύλης και ελευθερώνει το πνεύμα από αυτό τον περιορισμένο και αδρανή κόσμο σε ανοικτούς χώρους που λάμπουν στο φως. }088}
Ένα πράγμα όμως είναι πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι θα έλθει ώρα που όλες οι δοκιμασίες και οι ταραχές θα εξαφανιστούν στο παρελθόν. Τότε θα δούμε ότι οι πιο οδυνηρές περίοδοι της ζωής μας ήταν οι πιο καρποφόρες και θα μας συνοδεύουν πέρα από τα όρια αυτού του κόσμου και θα γίνουν θεμέλια της βασιλείας «μη σαλευόμενα».
Ο παντοδύναμος Θεός μας κάλεσε από την ανυπαρξία. Εκ φύσεως είμαστε άδειοι, }089}
Αλλά ο Θεός μπορεί να σώζει άτομα και έθνη, όταν αυτά βαδίζουν στο δρόμο του.
Ο Χριστός μας έδωσε την εντολή του πολέμου στο χώρο του πνεύματος και το όπλο μας είναι: «η μάχαιρα του Πνεύματος, ήτις είναι ο λόγος του Θεού». Ο αγώνας μας διεξάγεται με άκρως άνισες προϋποθέσεις. Είμαστε δεμένοι χειροπόδαρα. Δεν τολμούμε να πολεμήσουμε ούτε με φωτιά ούτε με μαχαίρι. Το μόνο όπλο μας είναι η αγάπη, ακόμα και για τους εχθρούς. Ο μοναδικός πόλεμος στον οποίο εμπλεκόμαστε είναι πράγματι ιερός πόλεμος. Πολεμάμε με τον τελευταίο και μοναδικό εχθρό της ανθρωπότητας, το θάνατο. Η μάχη είναι μάχη για την ανάσταση του σύμπαντος. }092}
… αφού ανιστορήσουμε τη θεία εικόνα μέσα μας με γενική μετάνοια, και μ’ αυτή τη συμπεριφορά μπορούμε να βοηθήσουμε να δικαιωθούν και οι προπάτορες μας. Φέρομε μέσα μας την κληρονομιά των αμαρτιών των προγόνων μας και με την αρχή της οντολογικής ενότητας του ανθρωπίνου γένους θεραπεία δική μας σημαίνει και θεραπεία και αυτών. Είμαστε τόσο συνδεδεμένοι εσωτερικά ώστε ο άνθρωπος δεν σώζει μόνο τον εαυτό του.
Αν ένας μοναχός δεν επιτύχει τον αληθινό σκοπό του δηλαδή να ζει στη γη αλλά με το πνεύμα του να βρίσκεται ενωμένος με το Χριστό, η μοναχική ζωή του δεν είναι σύμφωνη με αυτό που πρέπει. Με άλλα λόγια αυτός ούτε βοηθά στην διαιώνιση του ανθρωπίνου γένους, ούτε προοδεύει κατά κυριολεξία στην αθανασία δια μέσου της αναστάσεως. Ένας τέτοιος μοναχός ξεπέφτει από το ιστορικό σχέδιο του Θεού με την άρνησή του ν’ αναλάβει θετική ιστορική (δεν εννοούμε πολιτική) δράση, ούτε μεταφέρει την ύπαρξη στο πνευματικό μεταϊστορικό πεδίο. Χωρίς κάποια νίκη στο οικουμενικό πεδίο του πνευματικού αγώνα δεν βοηθά τους συνανθρώπους του να επιτύχουν το Θείο σχέδιο. }093}
Όταν με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος δίνεται σ’ ένα άνθρωπο «να καταστή … εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού», ένα τέτοιο γεγονός αντανακλά αποφασιστικά όχι μόνο στη μοίρα της ανθρωπότητας, αλλά η επίδρασή του φτάνει πέρα από τα όρια της ιστορίας και φωτίζει ολόκληρη τη ζωή του κόσμου, γιατί ο κόσμος πλάστηκε για τον άνθρωπο. }094}
Το σύνολο της επίγειας ζωής μας, από τη γέννηση μέχρι την τελευταία αναπνοή μας, τελικά θα μοιάσει με μια περιεκτική πράξη. Το περιεχόμενο και η ποιότητα της θα φανεί σαν μια λάμψη. Φανταστείτε ένα ποτήρι από το καθαρότερο κρύσταλλο γεμάτο νερό. Μια ματιά είναι αρκετή να μας πει αν το νερό είναι καθαρό ή όχι. Το ίδιο θα συμβεί και μ’ εμάς, όταν θα πάμε σε άλλη σφαίρα. Η πιο ταχύτερη αντίδραση της καρδιάς μας ή του νου μας αφήνει το στίγμα της στο σύνολο της ζωής μας. … Μέχρις ότου αποβάλω την ιδέα από την καρδιά μου με μια πράξη μετάνοιας αυτή θα μένει μαζύ μου σαν μια μαύρη κηλίδα, χωρίς να μπορεί να κρυφτεί·
Όταν μετανοούμε κατηγορώντας αποκλειστικά τον εαυτό μας μπροστά σε Θεό και ανθρώπους, καθαριζόμαστε εσωτερικά. Το νερό στο ποτήρι }095} καθαρίζεται αφού περάσει από πνευματικό φίλτρο τη μετάνοια. Έτσι όταν εξομολογούμαι κατηγορώ τον εαυτό μου για κάθε κακό, γιατί δεν υπάρχει αμαρτία σ’ όλο τον κόσμο για την οποία δεν είμαι ένοχος έστω και για δευτερόλεπτο. … Και αν για μια μόνο στιγμή κρατήθηκα από μια κακή σκέψη, ποιος εγγυάται ότι αυτή η στιγμή δεν θα μεταβληθεί σε αιωνιότητα;
Να γνωρίζουμε ότι πριν την δημιουργία του κόσμου προοριζόμαστε για την τελειότητα. Το να μειώνουμε το προσωπικό σχέδιο του Θεού για μας δεν είναι μόνο σφάλμα, αποτελεί αμαρτία. … Η ψυχή αγωνίζεται να προσευχηθεί για τον κόσμο, αλλά όμως η προσευχή ποτέ δεν θα επιτύχει σε όλη την έκταση το σκοπό της αφού τίποτα και κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει τον άνθρωπο από την ελευθερία του να υποχωρήσει στο κακό να διαλέξει το σκοτάδι από το φως. }096}
Την επέμβαση του Θεού στην προσωπική μας ζωή την ονομάζουμε πρόνοια. Αυτή η πρόνοια δεν είναι σαν την ειδωλολατρική τύχη· πράγματι στις κρίσιμες στιγμές εμείς παίρνουμε την απόφαση, κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο. … Βέβαια ότι και να διαλέξουμε ο πόνος είναι αναπόφευκτος. Όταν όμως ακολουθήσουμε τον δρόμο του Θεού η θυσία μας θα μοιάσει με την θυσία του Χριστού. }097}
Η κυριότητα πάνω στην επιθυμία μας να εξουσιάζουμε τους άλλους είναι ένα πολύ ενδιαφέρον στάδιο, που αμέσως ακολουθείται από την τάση να λυπόμαστε όταν μειώνουμε τον αδελφό μας. Ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος κατά την εικόνα του Θεού, ο οποίος είναι ταπεινός αλλά συγχρόνως και ελεύθερος. Επομένως είναι κανονικό και φυσικό ότι θα γίνει «καθ’ ομοίωσιν» του Δημιουργού του και θα παραιτηθεί από την άσκηση ελέγχου πάνω στους άλλους, ενώ ο ίδιος είναι ελεύθερος και ανεξάρτητος με τη δύναμη της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος μέσα του. Εκείνοι που κατέχονται από δυνατή επιθυμία για να αποκτήσουν δύναμη, αμαυρώνουν την εικόνα του Θεού μέσα τους. Το φως της αληθινής ζωής τους εγκαταλείπει αφήνοντας ένα τρομερό κενό, μια απελπιστική ανία. Η ζωή χάνει κάθε νόημα. }098}
Είναι γεγονός ότι όσο ισχυρότερη είναι η επιθυμία μας για την αναζήτηση του ατελεύτητου, τόσο αργότερα φαίνεται ότι προχωρούμε. Η πολύ ισχυρή αντίθεση μεταξύ της δικής μας μηδαμινότητας και του απερίγραπτου μεγαλείου του Θεού τον οποίο αναζητούμε, καθιστά αδύνατο να κρίνουμε με κάθε βεβαιότητα αν προοδεύουμε ή οπισθοχωρούμε. Σ’ αυτή τη θεώρηση της αγιότητας και της ταπεινότητας του Θεού, η πνευματική κατανόηση του ανθρώπου αναπτύσσεται γρηγορότερα από την ικανότητά του να εναρμονίσει }099} τη συμπεριφορά του με το λόγο του Θεού. Από αυτό το λόγο προέρχεται η εντύπωση, ότι η απόσταση μεταξύ αυτού και του Θεού συνέχεια αυξάνεται. Η αναλογία δεν είναι ακριβής, αλλά αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό σε κάθε γνήσιο καλλιτέχνη ή επιστήμονα. Η σύλληψη απέχει πολύ από την ικανότητα για την πραγμάτωση. Είναι φυσικό για ένα καλλιτέχνη να αισθάνεται ότι το αντικείμενο του ξεφεύγει συνέχεια από τα χέρια του. Και αν συμβαίνει αυτό στο χώρο της τέχνης, ακόμα περισσότερο συμβαίνει στο χώρο όπου αναζητείται η γνώση της άναρχης και ακατάληπτης θειότητας. }100}
Στο πέρασμα των αιώνων οι δάσκαλοι της Εκκλησίας ερεύνησαν τρόπους και έννοιες για να μεταδώσουν στον κόσμο τη γνώση που αφορούσε τη Θεία Ύπαρξη. Στις προσπάθειές τους βασανίζονταν συνέχεια μεταξύ της απροθυμίας να εγκαταλείψουν την απερίγραπτη θεωρία του μοναδικού και ουσιώδους μυστηρίου, και της αγάπης που τους ανάγκαζε να κάνουν τους αδελφούς τους μετόχους του μυστηρίου. Ο Θεός ανάγκασε και αναγκάζει πράγματι τους αγίους του να μιλούν για τα εξ ύψους δώρα. }101}
Αδύνατη η σιωπή αλλά αδύνατη και η ομιλία. Και αυτό συμβαίνει όχι μόνο γιατί αδυνατούν οι λέξεις να εκφράσουν το γεγονός, αλλά και γιατί το Θείο Πνεύμα αναγκάζει το νου σε βαθειά σιωπή μεταφέροντάς τον σε άλλο κόσμο. }102}
Ο Δημιουργός του σύμπαντος χάρηκε περισσότερο για τον άνθρωπο παρά για τον ένδοξο χορό των ουράνιων σωμάτων.
Μεταξύ Θεού και ανθρώπου υπάρχει και πρέπει να υπάρχει ισοτιμία, παρά το γεγονός ότι αυτοί είναι ανισότιμοι. }103}
Το αξίωμα ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει ισόθεος εξ ολοκλήρου και όχι μέχρις ενός βαθμού πηγάζει από τη χριστιανική ανθρωπολογία. … Η τελειότητα του «κατ’ εικόνα» δεν ανατρέπει την οντολογική απόσταση μεταξύ Θεού Δημιουργού και ανθρώπου δημιουργηθέντος.
Φυσικά ελκυόμαστε από τον Υπέρτατο, αλλά το προσκύνημά μας πρέπει ν’ αρχίσει από μια κάθοδο στο λάκκο της κολάσεως. }104}
Αυτή είναι η αρχή της μετάνοιας που δεν έχει τέλος στη γη, γιατί ένα τέλος θα σήμανε τέλεια θέωση ίση με το Χριστό-Θεό. }105}
Η αγάπη ξεχειλίζει σαν ποταμός φωτός σε όλη την κτίση. Η φυσική καρδιά αισθάνεται αυτή την αγάπη σαν πνευματική, μεταφυσική.
Στη νεαρή μου ηλικία ήμουν ζωγράφος και η φυσική ικανότητά μου δεν με εγκατέλειπε. Μπορεί να είμαι κατάκοπος για να ζωγραφίσω, μπορεί να λείπει η έμπνευση, αλλά γνωρίζω ότι το χάρισμα υπάρχει σαν ένα αδιάσπαστο μέρος του εαυτού μου. Όμως είναι διαφορετικά με το Θεό. Όταν ο Θεός μας εγκαταλείπει υπάρχει ένα κενό }109} μέσα μας και δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αν θα επιστρέψει εκ νέου. Ο Θεός εξαφανίζεται. Εμείς εγκαταλειπόμαστε άδειοι και νεκροί. Όταν μας επισκέπτεται αισθανόμαστε κάτι που υπερβαίνει κάθε φαντασία. Και ξαφνικά επιστρέφω στην παλιά μου κατάσταση, η οποία πριν από την επίσκεψή του μου φαινόταν φυσική και ικανοποιητική. Τώρα με τρομάζει. Μεταφέρθηκα στο παλάτι του Μεγάλου Βασιλιά μόνο για να εξορισθώ πάλι; Όταν ήμουν εκεί γνώριζα ότι ήμουν στο σπίτι του Πατέρα μου, τώρα όμως στέκομαι έξω λυπημένος.
Αυτές οι εναλλασσόμενες καταστάσεις με διδάσκουν πώς να διακρίνω μεταξύ των φυσικών χαρισμάτων και αυτών τα οποία έρχονται σαν καθαρή χάρη από ψηλά. }110}
Για να θεωρήσομε την δόξα πρέπει οπωσδήποτε να είμαστε στη δόξα, αλλιώς δεν μπορούμε να τη δούμε. Για να αντιληφθούμε και αμυδρά ακόμη «τις εστιν ούτος» πρέπει να γίνομε σαν αυτόν εφαρμόζοντας }113} το λόγο του. }114}
Η ταπείνωση εκφράζεται με την συνεχή γνώση της μηδαμινότητάς μας, σαν ριζική και περιεκτική αυτοκατάκριση. Και όσο βαθύτερα γνωρίζει κανείς τον εαυτό του και αυτοκατακρίνεται, τόσο ψηλότερα τον τοποθετεί ο Θεός. }116}
Η βαθειά προσευχή έρχεται σιγά-σιγά. Η ψυχή και το σώμα την υιοθετούν με βραδύτητα. Είναι ιδιαίτερα βασικό στον ιερέα που τελεί την Θεία Λειτουργία να μεταβάλει όλη τη ζωή του σε προσευχή, αν θέλει να ζήσει το μεγάλο μυστήριο στην πληρότητά του. Γεμίζοντας τον εαυτό του φόβο και πλησιάζοντας με σεβασμό, με τη δύναμη του αξιώματός του ο ιερέας ανεβαίνει στην επικράτεια του Θείου. }117}
Μια διανοητική σύλληψη του νοήματος του μυστηρίου δεν είναι αρκετή. Ο κληρικός ολόκληρος — με την καρδιά, την ψυχή και το σώμα — πρέπει να συμμετέχει σ’ αυτή την οδυνηρή για τον κόσμο προσευχή. Και όσο περισσότερο πονά, τόσο περισσότερο διαχύνεται η θεραπευτική δύναμη του Άγιου Πνεύματος στον κόσμο, με την προσευχή του.
Ουσιαστικά δεν υπάρχει άλλη Ευχαριστία απ’ αυτή που τέλεσε ο ίδιος ο Κύριος. Με τη χάρη του η μοναδική αυτή Ευχαριστία επαναλαμβάνεται αιώνια.
Κατά την αρχαία θεολογική παράδοση της ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας το ανθρώπινο γένος είναι ένα όν αλλά σε πολλές υποστάσεις (πολυϋπόστατο), όπως ακριβώς ο Θεός είναι ένα Όν σε τρία πρόσωπα.
Η Λειτουργία είναι στην αιώνια πραγματικότητά }118} της το Πάσχα του Κυρίου, το πάντοτε παρόν σ’ εμάς. … Το Πάσχα μας, και συνεπώς η δική μας Ευχαριστία είναι μια μετάβαση από τα γήϊνα στα ουράνια, από το θάνατο της αμαρτίας στην άγια αιωνιότητα του Πατέρα.
Όταν κατεχόμαστε από λύπη, πόνο, πένθος, η καρδιά μας μεταφέρεται σε παγκόσμιες διαστάσεις και αισθανόμαστε πόνο όχι μόνο για τον εαυτό μας αλλά για όλη την ανθρωπότητα, σε σημείο που με την προσωπική μας πείρα μπορούμε να ζήσουμε την τραγική μοίρα, τον τρόμο και την απελπισία καθενός από τους ανθρώπους. Θυμόμαστε το πλήθος αυτών που πέθαναν και αυτών που πεθαίνουν. Μπορεί η θλίψη μέχρις ένα σημείο να ξεπερνά την αντοχή μας. Τότε, όταν ο νους και το σώμα δεν μπορούν να συμβαδίσουν με το πνεύμα, το πνεύμα μόνο συνεχίζει ν’ ακολουθεί το Χριστό στη σταύρωση }119}, τον τάφο, μέσα στο βάθος της αγωνίας του εξαιτίας της αγάπης του για το ανθρώπινο γένος.
Αυτή η ευγενική επιστήμη του πνεύματος δεν απαιτεί λίγα χρόνια ακαδημαϊκής εκπαιδεύσεως, απαιτεί ολόκληρη την ύπαρξή μας. Δεν υπάρχει τέλος σ’ αυτήν την μάθηση, αφού ποτέ δεν μπορούμε ν’ αποκτήσουμε την πληρότητα της αγάπης του Χριστού. … Κι όταν γίνουν αντιληπτά από εμάς τα λυτρωτικά Του πάθη, η αιώνια δόξα Του θα λάμψει σ’ εμάς. Δι’ Αυτού γινόμαστε παιδιά του Πατέρα. Τώρα γνωρίζομε ότι κανένας δεν έρχεται προς τον Πατέρα παρά μόνον μέσω Αυτού (του Χριστού). }120}
Ο Χριστός περιέλαβε σ’ αυτή την προσευχή ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, από τον πρώτο Αδάμ μέχρι τον τελευταίο άνθρωπο που θα γεννηθεί από γυναίκα. … Κανένας δεν γνώρισε τόσο πόνο όπως τον αισθάνθηκε ο Χριστός.
Αυτοί που αγνοούν μια τέτοια αγάπη και αυτοί που δεν επιθυμούν να τη γνωρίσουν }123}, ας μην εκφράσουν γνώμη για το Χριστό. Κανένας μην τολμήσει στην ανοησία του να ταπεινώσει την εμφάνιση του Χριστού ανάμεσά μας,
Γνωρίζομε από την πείρα ότι η ψυχή μπορεί να τραυματιστεί πιο τρομερά παρά το σώμα.
Για να γνωρίσουμε μόνο «δι’ εσόπτρου εν αινίγματι» το δρόμο που πέρασε ο ίδιος ο Χριστός, για να μετασχηματίσουμε την γήϊνη φύση μας σε προσευχή που να αντικατοπτρίζει αμυδρά τουλάχιστον την προσευχή στη Γεθσημανή κατά την πιο τραγική νύχτα της ιστορίας της ανθρωπότητας, πρέπει να δεχθούμε θλίψη. Η δυστυχία ανοίγει την καρδιά στους πόνους όλου του κόσμου. Ο τελευταίος σταθμός αυτής της μεγάλης επιστήμης της παγκόσμιας αγάπης έρχεται όταν φτάνουμε στο κατώφλι μιάς άλλης ζωής, όταν πεθαίνουμε. }124}
Στο πρόσωπο του πρώτου Αδάμ όλο το ανθρώπινο γένος υπέφερε μια φοβερή καταστροφή, μιάν αλλοτρίωση που είναι η ρίζα όλων των αλλοτριώσεων. Το σώμα τραυματίστηκε, ο σκελετός τσακίστηκε, η όψη — το κατ’ εικόνα Θεού — καταστράφηκε. Οι διαδοχικές γενιές πρόσθεσαν πολλά άλλα τραύματα και τσάκισμα οστών στα τραύματα του πρώτου δημιουργημένου ανθρώπου. Ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα ασθενεί. … Η ελαφρότερη επαφή αποτελεί βάσανο. … στην πνευματική ασθένεια είμαστε μνησίκακοι και αποδίδομε τον πόνο μας σε εξωτερική επίδραση. Έτσι και με το Χριστό. Αυτός ο μόνος αληθινός γιατρός ενδιαφέρεται για τις πληγές των αμαρτιών μας που προξενούν τον πιο οξύ πόνο σ’ όλο το ανθρώπινο γένος. … Είναι αδύνατο να απεικονίσουμε τον πόνο του Χριστού. Τελικά κανένας δεν μπορεί να τον εννοήσει. }125}
Ο καθένας μας θα φτάσει κάποια στιγμή στα όρια χρόνου και αιωνιότητας. Φθάνοντας σ’ αυτό το πνευματικό ορόσημο, θα καθορίσουμε το μέλλον μας στον κόσμο και ή θα αποφασίσουμε να είμαστε με το Χριστό ή θα αποχωριστούμε απ’ αυτόν. Αφού γίνει όμως η εκλογή — μαζί ή χωρίς το Χριστό — με την ελεύθερη βούλησή μας για όλη την αιωνιότητα, ο χρόνος πια δεν λειτουργεί. }126}
Μπορεί να υποστηριχθεί με κάποια βεβαιότητα ότι σχεδόν πουθενά δεν κηρύσσεται γνήσιος Χριστιανισμός. Ο Χριστιανισμός τόσο πολύ υπερέχει από τη συνηθισμένη αντίληψη, ώστε η προσευχόμενη καρδιά δεν αποτολμά να κηρύξει ευαγγελικό λόγο. Ο κόσμος αναζητά την αλήθεια. Αγαπά τον Χριστό. Αλλά — κυρίως στις μέρες μας — προσπαθεί να τον μειώσει στις δικές του διαστάσεις, πράγμα που μειώνει το Ευαγγέλιο, σε σημείο να παρουσιάζεται σαν ηθικό δόγμα.
Η επίτευξη της γνώσης της Αλήθειας απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια απ’ ότι απαιτεί οποιαδήποτε άλλη επιστημονική μόρφωση. Ούτε η μελέτη μεγάλου πλήθους βιβλίων, ούτε η εξοικείωση με την ιστορία του Χριστιανισμού, ούτε η μελέτη διαφόρων θεολογικών συστημάτων μπορεί να μας φέρει στο σκοπό, εκτός αν εμείς συνεχώς και με όλες τις δυνάμεις μας υπακούσομε στις εντολές του Χριστού.
Όταν όμως προείπαμε μας χαρισθεί μια σκιά έστω ομοιότητας με την προσευχή στη Γεθσημανή τότε ο άνθρωπος ξεπερνά τα όρια της ατομικότητάς του και μπαίνει σ’ ένα νέο τύπο υπάρξεως — προσωπικής υπάρξεως καθ’ ομοίωση Χριστού. }128}
Κάθε άνθρωπος στον οποίο ο Θεός κληροδότησε το σπάνιο και φοβερό προνόμιο να γνωρίσει για λίγα λεπτά την αγωνία του Χριστού στον κήπο της Γεθσημανής, θα «σκοντάψει», αργά και οδυνηρά, σε μια πειστική γνώση της αναστάσεως της ψυχής του και σε μια αντίληψη της βεβαίας και αληθινής νίκης του Χριστού. … ώ Χριστέ με τη δωρεά της αγάπης Σου, που είναι ανώτερη από κάθε γνώση, έχω περάσει κι εγώ από το θάνατο στη ζωή … Τώρα — Υπάρχω. }129}
Η επίγεια ζωή μας είναι σύντομη. Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε κάθε ώρα της για την πρόοδό μας στη γνώση του Θεού. Και όταν μέσα μας, στην καρδιά μας η μακαριότητα συνδιάζεται με το φως της γνώσεως, τότε, και μόνο τότε, πράγμαται πλησιάζομε την τελειότητα. }135}
Και γεννιέται τώρα η ερώτηση: Η πνευματική κρίση που γνωρίζει ο κόσμος σήμερα δεν μπορεί να είναι ένα προανάκρουσμα για μια τεράστια αναγέννηση; Γιατί αυτό που γίνεται στις ψυχές των λίγων μπορεί να συμβεί σ’ ένα πλήρος ψυχών, μπορεί να μεταβληθεί σε μια πανίσχυρη πλημμύρα (ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ).
Η τωρινή κατάστασή μας — στην ιστορία, στο τμήμα της που ανήκει σ’ εμάς — μπορεί και πρέπει να είναι μια περίοδος αφομοιώσεως του όντος σ’ όλες του τις διαστάσεις.
Στο φως αυτής της ελπίδας ο μεγαλύτερος πόνος μας αποτελεί ένα αποκαλυπτόμενο μεγαλειώδες σκηνικό. }144}
Αυτός ο οποίος είναι πάνω από κάθε όνομα ως προς την ουσία Του, αποκαλύπτει τον εαυτό του με πλήθος ονόματα στα λογικά όντα … Με καθένα από αυτά ο Θεός ο Ένας και αόρατος έρχεται πιο κοντά μας. Παράλληλα όμως κανένα από τα ονόματά του δεν μας επιτρέπει να τον γνωρίσουμε «ως ούτός εστι», αλλά συνεχίζει να αποκαλύπτει τον εαυτό του με τα ονόματα. }145}
Η διάνοια που εμμένει στις φιλοσοφικές κατηγορίες δεν μπορεί να δεχθεί το ευαγγελικό κήρυγμα. Γι’ αυτήν είναι τρέλα. Το Απόλυτο των φιλοσόφων δεν πήρε την άδεια από τους δημιουργούς του να ταπεινωθεί μέχρι σημείου να πάρει μορφή δούλου. Το Απόλυτο που κατανοήθηκε απ’ αυτούς δεν είναι στην πραγματικότητα τίποτ’ άλλο από την ανυπαρξία στην καταλέξη αρνητική έννοια του όρου. Πριν από τον ερχομό του Χριστού υπήρχαν πολλά πνεύματα που καλλιέργησαν παραπλανητικές θεωρίες σχετικά μ’ ένα τέτοιο αφηρημένο Απόλυτο. }147}
Κάτω από το Όνομα ΕΓΩ ΕΙΜΙ, ο Μωϋσής αντιλαμβανόταν ένα μόνο Πρόσωπο. Αυτός έβλεπε το Λόγο και το Πνεύμα σαν ενέργειες του ενός Όντος. … Το όνομα ΕΓΩ ΕΙΜΙ (ο ΩΝ), δυνάμει της μοναδικότητας του Θεού, εφαρμόζεται όμοια και στην Τριάδα σαν σύνολο, αλλά και σε κάθε μια Υπόσταση χωριστά. Όπως και πολλά άλλα ονόματα και αυτό επίσης μπορούμε και πρέπει να το εκλάβουμε διπλά, σαν όνομα κοινό όλης της Τριάδας και σαν ιδιαίτερο όνομα κάθε Προσώπου. Ακριβώς όπως το όνομα «Κύριος» αρμόζει και στα τρία πρόσωπα και συγχρόνως μπορεί ν’ αποδοθεί σαν προσωπικό όνομα σε καθένα από τα τρία Πρόσωπα, έτσι το όνομα ΙΗΣΟΥΣ μπορεί να ερμηνευτεί σαν Θεός Σωτήρας. Αλλά χρησιμοποιούμε τούτο το όνομα σαν αποκλειστικά κατάλληλο για το Χριστό, το δεύτερο πρόσωπο της αγίας Τριάδος. Στην αρχαιότητα η γνώση που αφορούσε το Θείο μεταδόθηκε στον ανθρώπινο νου μέσω }148} ονομάτων που αποκάλυπταν κυρίως τις ιδιότητες του Θεού, τα γνωρίσματά του: τη δύναμή του, την πανταχού παρουσία του, την πανσοφία του, τη θεία πρόνοιά του, τη δόξα του κλπ. Αλλά στο Μωϋσή το όνομα του «Εγώ ειμί» δόθηκε σαν το όνομα του ίδιου του Θεού.
Με την ενσάρκωση του Λόγου του Πατρός ερχόμαστε σε επαφή με το Θεό σε τέτοιο σημείο ώστε ν’ αποκλείουμε κάθε περαιτέρω αποκάλυψη.
Μεγάλο είναι το όνομα ΕΓΩ ΕΙΜΙ (ο ΩΝ). Μεγάλο είναι το όνομα της Αγίας Τριάδος. Μεγάλο επίσης είναι το όνομα του Ιησού, του οποίου το περιεχόμενο είναι ανεξάντλητο. Ανήκει σ’ αυτόν στον οποίο όλη η δημιουργία χρωστά την ύπαρξή της }149}
Το όνομα Ιησούς ως κύριο όνομά του συνδέεται οντολογικά μαζί του.
Για μας αποτελεί τη γέφυρα ανάμεσα σ’ εμάς και σ’ αυτόν· αποτελεί το κανάλι με το οποίο η Θεία Δύναμη έρχεται σ’ εμάς, πηγάζει από τον Πανάγιο, είναι αγία και αγιαζόμαστε και εμείς όταν την επικαλούμαστε. Με αυτό το όνομα και μέσα από αυτό το όνομα η προσευχή μας αποκτά μια συγκεκριμένη αντικειμενική μορφή ή μεγαλείο. Μας συνδέει με το Θεό κατά την προσευχή, όταν επικαλούμαστε αυτό το όνομα, ο Θεός είναι παρών, όπως σ’ ένα δοχείο γεμάτο άρωμα η γλυκύτητα της οσμής. Με αυτή την οσμή γίνεται κατανοητή η παρουσία του Θεού στον κόσμο. Σαν πνευματική οντότητα εκπορεύεται από την ουσία του Θείου και είναι θεία από τη φύση της. Σαν ενέργεια του Θεού το όνομα ξεπερνά τις κοσμικές ενέργειες. Προερχόμενη από την αιώνια θεία σφαίρα, η ενέργεια αυτή δεν αποτελεί ανακάλυψη του ανθρώπινου νου, αν και ο άνθρωπος σχεδίασε τις λέξεις της. Αποτελεί ανεκτίμητο δώρο για μας από ψηλά, δωρεά υπερκόσμια στην υπερφυσική της δόξα. }150}
Μια σωστή επίκληση αυτού του ονόματος γεμίζει ολόκληρη την ύπαρξη με την παρουσία του Θεού. Μεταφέρει το νου σ’ άλλα βασίλεια. Δίνει εξαιρετική δύναμη και ζωή. Το Θείο φως για το οποίο δεν είναι εύκολο να μιλήσουμε έρχεται με την επίκληση αυτού του ονόματος.
Γνωρίζουμε ότι όχι μόνον το όνομα του «Ιησού» αλλά και όλα τα άλλα ονόματα που αποκαλύφθηκαν σ’ εμάς από το Θεό, είναι στενά συνδεδεμένα με αυτόν. Διδαχτήκαμε να αποκτούμε πείρα αυτού χάρη στον μονογενή Υιό ο οποίος πρόσταξε να ζητάμε όλα τα πράγματα από τον Πατέρα δια του ονόματος του. Γνωρίζουμε ότι όλες οι αγιαστικές πράξεις της Εκκλησίας μας κατακλείονται με την επίκληση των θείων ονομάτων και πρώτα απ’ όλα της Τριάδας, του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Το σύνολο της θείας λατρείας μας βασίζεται στην επίκληση των ονομάτων του Θεού. Δεν αποδίδομε μαγική δύναμη στις λέξεις αυτές, αλλά όταν εκφέρονται σαν μια αληθινή εξομολόγηση πίστεως, και με φόβο, σεβασμό και αγάπη προς το Θεό, τότε πράγματι έχουμε το Θεό συνδεδεμένο στενά με τα ονόματά του.
Αποκλείοντας τον οντολογικό χαρακτήρα των θείων ονομάτων, μαζί με την έλλειψη πείρας στην προσευχή και στα θεία Μυστήρια, αδειάζει η ζωή πολλών. }151}
Αυτοί που αγαπούν το Χριστό και το όνομα του ευφραίνονται στην ανάγνωση των Ευαγγελίων και της Αγίας Γραφής. Τα Θεία ονόματα, το περιεχόμενό τους, και το φως που εκπορεύεται από αυτά φέρνουν το πνεύμα του ανθρώπου κοντά τους, και τίποτα άλλο δεν τους προσελκύει. Το σύνολο της Γραφής, από την αρχή ως το τέλος αποτελεί μια πλήρη μαρτυρία του Θεού με το όνομά του. }152}
Κατά την ουσία του ο Θεός υπερέχει των πάντων και κατά συνέπεια βρίσκεται πέρα από κάθε όνομα και κάθε έννοια, αλλά όταν αποκαλύπτεται, μας δίνει μια ζωντανή εμπειρία της παρουσίας του και αυτή εκδηλώνεται με ονόματα.
Ο άνθρωπος γίνεται η συνδετική αρχή μεταξύ του Θεού και της υπόλοιπης δημιουργίας, αφού σ’ αυτό το κτίσμα ενώθηκε το Άκτιστο. Η ουσία του Θείου Όντος δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο. Αλλά η θεία ζωή μεταδίδεται σ’ αυτόν με τη Θεία ενέργεια. Η πράξη της θεώσεως του ανθρώπου ενεργείται με την άκτιστη χάρη. }153}
Δεν υπάρχει τίποτα το αυτόματο ή «μαγικό» στην προσευχή του Ιησού. Αν δεν κοπιάζομε να φυλάμε τις εντολές του, μάταια επικαλούμαστε το όνομά του. … Είναι σημαντικό για μας να μοιάσουμε στο Μωϋσή που στάθηκε αμετακίνητος και υπομονετικός στις δυσκολίες, σαν να έβλεπε τον αόρατο Θεό, και να τον επικαλούμαστε με την πεποίθηση του οντολογικού συνδέσμου που ενώνει το όνομα με τον ονομαζόμενο, με το πρόσωπο του Χριστού. Η αγάπη μας γι’ αυτόν θα μεγαλώνει και θα εμβαθύνει μέσα μας η σχετική γνώση της ζωής αγαπημένου Θεού.
Οι πατέρες μας φυσικά γνώριζαν την «οντολογική» σχέση μεταξύ του ονόματος και του ονομαζομένου — μεταξύ του ονόματος και του προσώπου του Χριστού. Δεν είναι αρκετό να απαγγέλουμε τον ήχο της ανθρωπίνης }154} λέξεως που διαφέρει σε κάθε γλώσσα. Το σημαντικό είναι ν’ αγαπάμε αυτόν που επικαλούμαστε.
Όταν προφέρουμε το όνομα του Ιησού, ζητώντας του να έρθει σ’ επικοινωνία μ’ εμάς, εκείνος που πληρεί τα πάντα ακούει τα λόγια μας και ερχόμαστε σε ζωντανή επικοινωνία μαζί του. }155}
Σ’ αυτόν βρίσκεται όχι μόνο ο Θεός αλλά και όλο το ανθρώπινο γένος. Προσευχόμενοι δια του ονόματος του Ιησού-Χριστού, τοποθετούμεθα μπροστά στην απόλυτη πληρότητα του αδημιούργητου πρωτογενούς Όντος και του δημιουργημένου όντος. Για να μπορέσουμε να εισχωρήσουμε στον κόσμο αυτής της πληρότητας του Όντος, πρέπει να τον δεχθούμε μέσα μας με τέτοιο τρόπο, ώστε η ζωή του να γίνει και δική μας — κι αυτό με την επίκληση του ονόματός του σύμφωνα με τις εντολές του. }156}
Αυτό που ξεχωρίζει ριζικά το Χριστιανισμό από τις άλλες μορφές πνευματικότητας, είναι το ότι στη βάση της δικής μας ζωής βρίσκεται η αποκάλυψη του προσωπικού Θεού: Εγώ ειμί.
Όλες οι άλλες οδοί παραπλανούν το ανθρώπινο πνεύμα από προσωπικές σχέσεις με το Θεό, και τον οδηγούν στον τομέα ενός αφηρημένου απροσωπικού Απόλυτου και προς μια απροσωπικοποιημένη άσκηση.
Μια θεωρητική ενατένιση φαίνεται ν’ απογυμνώνει το πνεύμα μας από κάθε είδωλο· μπορεί ακόμα να μας δώσει μια αίσθηση ηρεμίας και ειρήνης και να μας βγάλει έξω από τον τόπο και το χρόνο· μ’ όλα αυτά όμως ξεγελά τη συνείδηση και δεν την οδηγεί αληθινά ενώπιον του προσωπικού Θεού. Σ’ αυτή τη θεωρητική ενατένιση δεν μπορούμε να μιλήσουμε καθαρά για προσευχή, δηλ. συνάντηση πρόσωπο με Πρόσωπο. Μια τέτοια θεωρία μπορεί να καταλήξει στο να αρέσκειται εκείνος που κάνει ζήλο αυτή την προσευχή στις ψυχικές καταστάσεις στις οποίες παραδίδεται, και το χειρότερο του γίνεται ξένη κι η ιδέα ακόμα του Θεού του ζώντος, του προσωπικού Απόλυτου. Αρκετά πρόσφατες είναι οι εντατικές απόπειρες να πετύχουν σ’ ένα σύντομο διάστημα την «κοσμική συνείδηση» και ακόμα ν’ αποκτήσουν εμπειρία μιάς ολοκληρωτικής εισόδου μέσα στο υπερπροσωπικό Απόλυτο. Στην πραγματικότητα μια τέτοια άσκηση αποστρέφεται τον μόνο αληθινό Θεό, αυτόν που πραγματικά υπάρχει. }157}
Τι είναι η απώλεια; Είναι η εγκατάλειψη από τους ανθρώπους του Θεού του ζώντος, που αποκαλύφθηκε σ’ εμάς· είναι το να κατευθύνονται οι άνθρωποι αποφασιστικά προς το «μηδέν», από το οποίο εκλήθησαν στην ζωή με την υπόσχεση να λάβουν μέρος στην αιώνια μακαριότητα του Πατρός εξ υιοθεσίας δια του Υιού, με την εγκατοίκηση σ’ αυτούς της Αγίας Τριάδος.
Στη χριστιανική εμπειρία αποκτούμε μια γνώση του κόσμου δια της προσευχής, που είναι όμοια με την προσευχή του Κυρίου στη Γεθσημανή, και όχι μέσα σ’ ένα ενθουσιασμό φιλοσοφικού τύπου προς την υπερβατικότητα· }158}
Εδώ και πολλά χρόνια συνεχώς οι μοναχοί επαναλαμβάνουν την ευχή με τα χείλη τους, χωρίς να χρησιμοποιούν τεχνητά μέσα στη σύνδεση νου και καρδιάς. Η προσοχή τους είναι συγκεντρωμένη στην αρμονική σχέση της ζωής τους με τις εντολές του Χριστού. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση ο νους ενώνεται με την καρδιά με τη θεία ενέργεια, όταν ο μοναχός συνεχίζει το ασκητικό κατόρθωμα της υπακοής και της εγκράτειας, και ακόμα όταν ο νους, η καρδιά και κυρίως το σώμα του «παλαιού ανθρώπου» ελευθερωθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από την κυριαρχία της αμαρτίας πάνω τους, όταν το σώμα γίνει άξιο να είναι «ναός του Αγίου Πνεύματος». Όμως και οι παλαιοί και οι νέοι διδάσκαλοι επιτρέπουν πότε-πότε την προσφυγή σε τεχνική μέθοδο, για να κατεβάσουν το νου μέσα στην καρδιά. Για να το κατορθώσει αυτό ο μοναχός, αφού καθίσει κατάλληλα, απαγγέλλει την ευχή με το κεφάλι σκυμμένο στο στήθος του, εισπνέει στις λέξεις «Κύριε Ιησού Χριστέ (Υιέ του Θεού)» και εκπνέει στις λέξεις «ελέησόν με (τον αμαρτωλόν)». Κατά την αναπνοή η προσοχή αρχικά ακολουθεί την κίνηση του αναπνεόμενου αέρα μέχρι το επάνω μέρος του στήθους.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο η συγκέντρωση κατορθώνεται }160} σύντομα, χωρίς περιπλανήσεις, και ο νους βρίσκεται κοντά στη καρδιά ή ακόμα εισέρχεται σ’ αυτήν. Αυτή η μέθοδος σιγά-σιγά κάνει το νου ικανό να δει όχι την φυσική καρδιά αλλά τι συμβαίνει σ’ αυτήν, δηλαδή τα συναισθήματα που γεννιούνται και τις πνευματικές παραστάσεις που πλησιάζουν απ’ έξω. Με αυτή την πείρα ο μοναχός αποκτά την ικανότητα να αισθάνεται την καρδιά του και να συνεχίζει να κρατά την προσοχή του συγκεντρωμένη στην καρδιά χωρίς στη συνέχεια να καταφύγει σε οποιαδήποτε ψυχοσωματική τεχνική.
Αυτή η πορεία μπορεί να βοηθήσει τον αρχάριο ν’ αντιληφθεί που πρέπει να βρίσκεται ο τόπος, όπου πρέπει να είναι συγκεντρωμένη η προσοχή του κατά την διάρκεια της προσευχής και κατά κανόνα ολόκληρο τον υπόλοιπο καιρό. Όμως η αληθινή προσευχή δεν κατορθώνεται έτσι. Η αληθινή προσευχή έρχεται αποκλειστικά με την πίστη και την μετάνοια, οι οποίες δεχόμαστε ότι είναι η μοναδική και πραγματική βάση της. Η πείρα έχει αποδείξει ότι ο κίνδυνος της ψυχοτεχνικής βρίσκεται στο γεγονός ότι αρκετοί αποδίδουν μεγάλη σπουδαιότητα στη μέθοδο καθ’ αυτή. Για ν’ αποφύγει μια τέτοια παραμόρφωση ο αρχάριος πρέπει να ακολουθήσει άλλη άσκηση, η οποία αν και είναι σημαντικά βραδύτερη, είναι ασύγκριτα καλύτερη και πιο ολοκληρωμένη, την προσήλωση της προσοχής στο όνομα του Χριστού και στις λέξεις της ευχής. Όταν η συντριβή για την αμαρτία φτάνει σ’ ένα συγκεκριμένο βαθμό, ο νους φυσικά τείνει να ενωθεί με την καρδιά. }161}
Τέταρτον, η προσευχή γίνεται αυθόρμητη. Αυτό συμβαίνει όταν η ευχή σταθεροποιείται στην καρδιά και χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια της θελήσεως συνεχίζει εκεί όπου και ο νους βρίσκεται συγκεντρωμένος. Τελικά η προσευχή, γεμάτη ευλογία, αρχίζει να ενεργεί σαν απαλή φλόγα μέσα μας, σαν να εμπνέεται από ψηλά, ευχαριστώντας την καρδιά με ένα αίσθημα θείας αγάπης, και ευφραίνοντας τον νου σε πνευματική θεωρία. Τούτο το τελευταίο στάδιο μερικές φορές συνοδεύεται από μια όραση Φωτός. }162}
Το όνομα δεν πρέπει να αποσπάται από το πρόσωπο του Θεού, εκτός αν η ευχή καταντήσει μια τεχνική άσκηση και πολύ αντίθετη με την εντολή: «Ου λήψει το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω».
Όταν η προσευχή του νου είναι προσηλωμένη στην καρδιά, είναι δυνατόν να ελέγχουμε τι συμβαίνει στην καρδιά και ο αγώνας ενάντια στα πάθη παίρνει ένα λογικό χαρακτήρα. Ο εχθρός γίνεται αντιληπτός και μπορεί να διωχθεί με τη δύναμη του ονόματος του Χριστού. Με αυτό το ασκητικό κατόρθωμα η καρδιά γίνεται πολύ ευαίσθητη, τόσο οξυδερκής, ώστε μερικές φορές όταν προσεύχεται για κάποιον η καρδιά μπορεί να πει σχεδόν αμέσως την κατάσταση του προσώπου για το οποίο προσευχόμαστε. Έτσι πραγματοποιείται η μετάβαση από την νοερή προσευχή στην προσευχή του νου και της καρδιάς, πράγμα που μπορεί να ακολουθηθεί από τη δωρεά της προσευχής που πηγάζει από την ίδια. }163}
Αποτελέσματα που κατορθώνονται με τεχνητά μέσα δεν διαρκούν για πολύ και το σπουδαιότερο, δεν συνενώνουν το πνεύμα μας με το πνεύμα του ζωντανού Θεού.
Στην ατμόσφαιρα του παρόντος κόσμου η προσευχή απαιτεί υπεράνθρωπο θάρρος. Το σύνολο των φυσικών ενεργειών βρίσκεται σε αντίθεση. }164}
Η πρώτη αυτή που ήταν γιατρός κατάλαβε γρήγορα όλους τους μηχανισμούς αυτής της μεθόδου (ανώδυνου τοκετού) και μετά από δυο τρεις συναντήσεις μιας ειδικής γυμναστικής εγκατέλειψε τις ασκήσεις, πεπεισμένη ότι τα είχε όλα μάθει και τη δεδομένη στιγμή θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις της. Η άλλη δεν γνώριζε πολλά για την ανατομική σύνθεση του σώματός της αλλά δεν ήταν διατεθειμένη να μελετήσει την θεωρητική πλευρά αυτής της μεθόδου. Άρχισε λοιπόν να επαναλαμβάνει με ζήλο το }167} σύνολο των καθορισμένων ασκήσεων τόσο καλά που όταν ήρθε η ώρα του τοκετού είχε αρκετά εξοικειωθεί μ’ αυτές. Και τι νομίζετε ότι συνέβη; Την ώρα του τοκετού η πρώτη ξέχασε όλες τις θεωρίες με την εμφάνιση των πρώτων πόνων και γέννησε με μεγάλη δυσκολία, «εν λύπαις τέξη τέκνα». Η άλλη αντίθετα γέννησε χωρίς πόνους και σχεδόν χωρίς δυσκολίες. }168}
Κατά παράξενο τρόπο η πρακτική της προσευχής αυτής οδηγεί το πνεύμα του ανθρώπου να συναντήσει τις «δυνάμεις» που είναι κρυμμένες μέσα στον «κόσμο». Η προσευχή δια του ονόματος του Ιησού προκαλεί σε μάχη εναντίον του αυτές τις κοσμικές δυνάμεις που μπορούμε ν’ αποκαλύψουμε «ότι ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα …» Όταν αρθεί ο άνθρωπος στις σφαίρες που βρίσκονται πέρα από τα όρια της ανθρώπινης σοφίας αυτή η προσευχή απαιτεί μέσα σ’ αυτές τις υπέρτατες μορφές ένα «άγγελο και πιστό φύλακα». }169}
Η τραγωδία της υποθέσεως βρίσκεται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος παθαίνει μια οφθαλμαπάτη που τον εξαπατά στην λαχτάρα του για την αιώνια ζωή παίρνοντας την σαν γνήσια όραση. Αυτός ο απρόσωπος ασκητικός τύπος οδηγεί τελικά σε μια διεκδίκηση θείας αρχής σ’ αυτή καθ’ εαυτή την φύση του ανθρώπου. Τότε ο άνθρωπος οδηγείται στην ιδέα της αυτοθεώσεώς του δηλαδή στην αιτία της αρχικής πτώσεως. }171}
Στην χριστιανική εμπειρία η κοσμική συναίσθηση έρχεται με την προσευχή όπως η προσευχή του Χριστού στην Γεθσημανή όχι σαν αποτέλεσμα ενός αφηρημένου φιλοσοφικού διαλογισμού.
Γνώση που είναι ποτισμένη με ζωή (η αντίθετη της αφηρημένης γνώσεως) με κανένα τρόπο δεν μπορεί να περιοριστέι στην διάνοια. Πρέπει να υπάρχει μια πραγματική ένωση με την ενέργεια του Όντος. Αυτό κατορθώνεται με την αγάπη. … Η εντολή μας προσκαλεί να αγαπάμε. Επομένως η αγάπη δεν είναι κάτι που μας δίνεται, αλλά που πρέπει ν’ αποκτάται με μια προσπάθεια της ελεύθερης βούλησεώς μας. Η εντολή απευθύνεται πρώτα στην καρδιά που είναι πνευματικό κέντρο καθενός. Ο νους είναι μόνο μια από τις ενέργειες του ανθρώπινου Εγώ. Η αγάπη αρχίζει από την καρδιά, και η διάνοια αντιμετωπίζει ένα νέο εσωτερικό γεγονός και βλέπει το Όν στο φως της θείας αγάπης. }173}
Στον άνθρωπο Ιησού Χριστό «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς». Σ’ Αυτόν δεν υπάρχει μόνον ο Θεός, αλλά και όλη η ανθρώπινη φύση. Όταν αναφέρουμε το όνομα του Ιησού Χριστού, τοποθετούμαστε μπροστά στο πλήρωμα τόσο του Θείου Όντος όσο και του κτίσματος. Επιθυμούμε να κάνουμε τη ζωή Του ζωή μας και να λάβουμε το Χριστό να κατοικήσει μέσα μας. Σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται η έννοια της θεώσεως. Αλλά ο Αδάμ επιθυμώντας φυσικά την θέωση, στο κρίσιμο σημείο έκανε μιαν εσφαλμένη στροφή που οδήγησε στην πλάνη. Η πνευματική του όραση στράφηκε με ανεπάρκεια προς την Αλήθεια. }174}
Εάν αναγνωρίσουμε ότι οντολογικά όλη η ανθρώπινη φύση είναι ένα τότε χάρη σ’ αυτή την ενότητα της φύσεως, θα στραφούμε να αγαπήσουμε τον πλησίον μας σαν τμήμα της υπάρξεως μας.
Η πυραμίδα της ανισότητας είναι αντίθετη με την αποκάλυψη που αφορά την Αγία Τριάδα, στην οποία δεν υπάρχει ούτε μεγαλύτερος ούτε μικρότερος, αλλά καθένα πρόσωπο κατέχει την πληρότητα του Θείου Όντος.
Στον αγώνα μας για προσευχή πρέπει να καθαρίσουμε τον εαυτό μας, το νου και την καρδιά από κάθε επιθυμία να επικρατήσουμε πάνω στον αδελφό μας. Επιθυμία για δύναμη είναι θάνατος για την ψυχή. Ο κόσμος ξεγελιέται από το μεγαολείο της δυνάμεως, λησμονώντας ότι όποιος εκτιμάται υπερβολικά ανάμεσα στους ανθρώπους, αυτόν τον αποστρέφεται ο Κύριος. Η υπερηφάνεια μας παρακινεί να κρίνουμε ή και να περιφρονούμε τους αδύνατους αδελφούς μας, … Εάν παρασυρθούμε στην υπερηφάνεια όλη η άσκησή μας στην ευχή του Χριστού καταντά βεβήλωση του ονόματός Του. }175}
Εκείνος που αληθινά αγαπά το Χριστό αφιερώνει όλες τις δυνάμεις του στην υπακοή των λόγων του. Αυτό το τονίζω γιατί είναι στ’ αλήθεια η πραγματική μας «μέθοδος» για να μάθουμε να προσευχώμαστε. Αυτή και όχι καμιά άλλη ψυχοσωματική τεχνική είναι ο ορθός δρόμος.
Με την προσευχή στο όνομα του Ιησού στην τελική }176} της πραγματικότητα, ο άνθρωπος ενώνεται σε πλήρη βαθμό με το Χριστό, η ανθρώπινη υπόσταση δεν εξαλείφεται, δεν χάνεται μέσα στο Θείο Όν σαν σταγόνα νερού στον ωκεανό. }177}
Η προσευχή στο όνομα του Ιησού σιγά-σιγά μας ενώνει μαζί του. Αρχικά είναι δυνατόν να μη γνωρίζουμε «τις εστιν ούτος» και αντιλαμβανόμαστε απλά μια δύναμη να «εξέρχεται απ’ αυτού». Εν συνεχεία }179} όμως η πρόοδος εξαρτάται από μια συνεχώς αυξανόμενη αναγνώριση της αμαρτωλότητάς μας. Και όταν γινόμαστε σε συντριβή τόσο ευαίσθητοι για την απόσταση που μας χωρίζει από το Θεό, πράγμα το οποίο είναι γεμάτο πόνο και απελπισία, τότε και μόνο αρχίζουμε σοβαρά να επικαλούμαστε το όνομα του Θεού, του σωτήρα μας: «Ιησού σώσον με». Η ομόφωνη μαρτυρία των Πατέρων ανά τους αιώνες για το χριστιανικό ασκητισμό επιμένει στο σπουδαιότατο αυτό σημείο της αναγνωρίσεως του εαυτού μας σαν αμαρτωλού.
Χωρίς αυτή την αναγνώριση δεν υπάρχει αλήθεια στην προσευχή μας. }180}
Όσο περισσότερο ταπεινή γνώμη έχουμε για τον εαυτό μας, τόσο γρηγορότερα ανεβαίνει η προσευχή μας στο Θεό.
Όσο το ταχύτερο χάνουμε την ταπεινότητά μας, τόσο γρηγορότερα κάθε ασκητική προσπάθειά μας, μηδενίζεται. Εάν η υπερηφάνεια ενεργεί πάνω μας ή βρίσκουμε τα σφάλματα των άλλων ή ακόμα έχουμε εχθρότητα, τότε ο Κύριος στέκεται μακριά μας.
Πλησιάζουμε το Θεό σαν οι ελεεινότεροι από τους αμαρτωλούς. Κατηγορούμε τον εαυτό μας για όλα τα πράγματα. Δεν σκεφτόμαστε τίποτα. Δεν αναζητούμε τίποτα, παρά συγχώρηση και έλεος. Καταδικάζουμε τον εαυτό μας σαν άξιο της κολάσεως. Και σ’ αυτή την κατάσταση συνεχίζουμε. }181}
Άνθρωποι που προσβλήθηκαν από πολύ σοβαρή ασθένεια, π.χ. καρκίνο, τελειώνουν τη ζωή τους σε οξεία υπερένταση· όμως εκείνοι που αντιλαμβάνονται την παρουσία της αμαρτίας μέσα τους να τους απομακρύνει από το Θεό, μετρούν τη ζωή τους κάτω από ασύγκριτα μεγαλύτερη ένταση. Αυτοί πραγματικά θεωρούν τον εαυτό τους σαν «χείριστον πάντων ανθρώπων». Και τότε μια νέα ενέργεια αποκαλύπτεται μέσα τους, η οποία γεννά προσευχή μετανοίας και η οποία μπορεί ν’ ανυψωθεί σε τέτοιο ύψος εντάσεως, ώστε η διάνοια σταματά και δεν βγαίνουν λέξεις παρά μόνο η μοναδική κραυγή: «Σώσον με, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». }182}
Πολλές φορές όταν λέμε την ευχή του Ιησού, ο νους μας κυριεύεται από κάθε είδους άκαιρες σκέψεις, που αφαιρούν την προσοχή από την καρδιά. … Η προσευχή μας γίνεται σαν να ήταν μια φωτεινή δεσμίδα που συγκεντρώνει τις ακτίνες στα σκοτεινά σημεία της ζωής μας και που μας αποκαλύπτει τα πάθη ή τις επιθυμίες που κατέχουν την ψυχή. Μαθαίνουμε με τί έχουμε να αντιπαλαίψουμε. }183}
Ύστερα από μακροχρόνιο ασκητικό αγώνα στην εφαρμογή των εντολών του Χριστού στην πράξη της προσευχής, ο νους και η καρδιά ενώνονται και ζουν μαζί την αποκάλυψη που δωρήθηκε από το Θεό. Η πρωταρχική αθωότητα και ακεραιότητα του ανθρώπου αποκαθίστανται. Η αγάπη και η γνώση ενώνονται σε μια οντολογική ενώση. Αρχικά βέβαια κυριαρχεί το συναίσθημα της αγάπης. Όσο περνά ο χρόνος η αγάπη διαχέεται διαποτίζει τα πάντα και δεν αισθάνεται κανείς την ανάγκη για περισσότερη γνώση. Η γλυκύτητα της αγάπης φέρνει το νου μέσα στην καρδιά, για να θεωρήσει θαμπωμένος τι συμβαίνει εκεί. … Η πρόοδος επίσης αργεί. Κατά ανάλογο τρόπο όπως το φως της γνώσεως γεμίζει το νου, έτσι κι αυτός με τη σειρά του αιχμαλωτίζεται από την αγάπη προς το Θεό. Η σύνθεση της αγάπης που στερεώνεται στην καρδιά με το φως της νοερής γνώσεως θεωρείται από τους Πατέρες σαν τελειότητα. Αλλά ποτέ δεν πρέπει ν’ αναπαυόμαστε ευχαριστημένοι, δεν πρέπει να λησμονάμε την διαρκή πιθανότητα των πανούργων επιθέσεων του Εωσφόρου, που η διάνοιά του κατέχει κοσμικές διαστάσεις. Μόνο εκείνοι που πλησίασαν την ουράνια φλόγα με φόβο και τρόμο έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν τα θεία δώρα του Θεού μονο εκείνοι που σταθερά διατηρούν μια ταπεινή γνώμη για τον εαυτό τους στις καρδιές τους. }184}
Προσευχή που προσφέρεται με ταπείνωση, ενώνει νου και καρδιά ακόμα και το σώμα αισθάνεται τη θερμότητα και την αγιασμένη ενέργεια που προέρχεται από το όνομα του Ιησού. Ύστερα από ένα χρονικό διάστημα — κι αυτό διαφέρει για καθένα μας — η προσευχή μπορεί να γίνει σε μας μια διαρκής κατάσταση, που μας συνοδεύει σε κάθε απασχόλησή μας. Θα προσευχόμαστε ενώ θα μιλάμε και ενώ θα σιωπούμε. Δεν θα μας εγκαταλείπει κατά τη διάρκεια της εργασίας μας, και πολλοί (ίσως όχι πάρα πολλοί) προσεύχονται και όταν κοιμούνται. Όταν με αυτή την προσευχή η Θεία παρουσία γίνεται τόσο ισχυρή, ώστε ο νους να οδηγείται στην θεωρία, το σύνολο όλων όσων λαβαίνουμε πείρα μας εμπνέει λέξεις συγγενικές προς αυτές της Αγίας Γραφής. … Αλλά ο αγωνιστής της προσευχής όσο υπάρχει πάνω στη γη διατηρεί την ταπεινότητα στην καρδιά του με την αυτοκαταδίκη του: «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του ζώντος Θεού ελέησόν με».
Υπάρχουν δύο είδη ταπεινώσεως, η ανθρώπινη και η Θεία. Η πρώτη εκφράζεται με την ασκητική πεποίθηση «είμαι ο χείριστος πάντων των ανθρώπων» και βασίζεται στη ρίζα της ζωής που συνοδεύεται με προσευχή στο όνομα του Ιησού. Χωρίς αυτή την ταπείνωση το δεύτερο είδος αυτό του Χριστού και ταιριαστό στο Θεό, θα παραμείνει απλησίαστο. Γι’ αυτή τη θεία ταπείνωση ο Γέροντας Σιλουανός γράφει: «Ο Κύριος με δίδαξε να διατηρώ το νου μου στην κόλαση και όχι στην απελπισία. Και έτσι η ψυχή μου ταπεινώνεται μόνη της. Αλλά ακόμα αυτή δεν είναι η αληθινή ταπείνωση, την οποία δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω. Όταν η ψυχή πλησιάζει τον Κύριο, }185} είναι φοβισμένη. Αλλά όταν βλέπει τον Κύριο την ωραιότητα της δόξας του, γεμίζει με χαρά που δεν εκφράζεται με λόγια και μέσα στην γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος και την αγάπη του Θεού λησμονεί εξ ολοκλήρου τα γήϊνα. Αυτός είναι ο παράδεισος του Κυρίου. Όλοι θα ζουν με αγάπη και η χριστοειδής ταπείνωσή τους θα κάνει κάθε άνθρωπο ευτυχισμένο, βλέποντας τους άλλους σε μεγαλύτερη δόξα. Η ταπεινότητα του Χριστού κατοικεί στους ελάχιστους που ευχαριστούνται να είναι οι ελάχιστοι των ανθρώπων. Ο Κύριος μου έδωσε εμπειρία από αυτό».
Οι Γραφές διακηρύττουν ότι ο Θεός είναι αγάπη. Μπορούμε να πούμε ότι ο Θεός είναι ταπείνωση. }186}
Το θείο Πνεύμα οδηγεί την καρδιά να ευσπλαχνιστεί όλη την κτίση και τότε η προσευχή γίνεται ένα «βασίλειον ιεράτευμα».
Έλαχε στον κλήρο μας να γεννηθούμε στον κόσμο κατά μια τρομακτικά ταραγμένη περίοδο. Δεν είμαστε μόνο παθητικά θεατές, αλλά μέχρι ένα σημείο συμμέτοχοι στον ισχυρό αγώνα ανάμεσα στην πίστη και στην απιστία, ανάμεσα στην ελπίδα και την απελπισία, ανάμεσα στο όνειρο της αναπτύξεως του ανθρωπίνου γένους σ’ ένα μοναδικό παγκόσμιο σύνολο και στην τυφλή ροπή προς τη διάλυση σε χιλιάδες αδιάλλακτες εθνικές, φυλετικές, ταξικές, ή πολιτικές ιδεολογίες. Ο Χριστός μας διακήρυξε το θείο μεγαλείο του ανθρώπου, υιού του Θεού και εμείς ακόμα καταπνιγόμαστε από το θέαμα της αξιοπρέπειας του ανθρώπου που σαδιστικά εμπαίζεται και ποδοπατείται. Η πιο αποτελεσματική συνεισφορά μας στη νίκη του καλού είναι να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας και όλο τον κόσμο. Δεν το πιστεύουμε μόνο, γνωρίζουμε τη δύναμη της αληθινής προσευχής. Δεν αγνοούμε όμως την προφητεία της αποκαλύψεως, ότι θα επιτραπεί }187} στο κακό να βρει την πλήρη έκφρασή του και έτσι να φέρει ένα τέλος στην ιστορία αυτής της γης. Τότε θα ‘ρθει η τελική κρίση, που θα γίνει στα όρια του χρόνου κατά τον οποίο «ο άγγελος ώμοσεν … ότι χρόνος ουκέτι έσται».
Στο μεταξύ εμείς ποτέ δεν πρέπει να πάψουμε να επικαλούμαστε τον Υιό του Θεού να ελεήσει εμάς και τον κόσμο του. }188}