Πρόλογος


Έγώ ρωτώ, γιά ποιά αιτία ό άνθρωπος σέ δλα τά σωματικά του εργα κλίνει περισσότερο στον φόβο, παρά στην έλπίδα, ένφ στά εργα τής ψυχής περισσότερο ελπίζει καί δεν φοβάται; Αυτό βέβαια δέ συμβαίνει γιά τίποτε άλλο, παρά διότι δεν αγαπά πολῦ τήν σωτηρία του. Καί έτσι δέν φοβάται, διότι δεν αγαπάει.

Υπάρχουν πολλοί, καί σχεδόν αναρίθμητοι χριστιανοί, που δπως λέει ό Ίώβ πίνουν τή σωτηρία σάν νερό (Ίώβ 15,16). Γιατί ό καθένας από αύτοῦς πρίν άμαρτήση λέει: Άς άμαρτήσω καί θά εξομολογηθώ καί θά μετανοήσω. Καί άφοῦ άμαρτήση καί έξομολογηθή, δέν ένδιαφέρεται πλέον γιά τήν αμαρτία, διότι λέει ό Σειράχ: «Ώ πονηρόν ένθῦμημα. Πόθεν ένεκυλίσθης καλῦψαι τήν ξηράν έν δολιότητι;» (Σοφ. Σειρ. 37,3). Ποῦ σημαίνει: Πονηρή σκέψις, άπό ποῦ σκέφθηκες νά κάλυψης τήν ξηρά;

Ώ παρανομώτατη πλάνη καί πρόληψις, που σκεπάζεις τήν γη μέ τίς αμαρτίες, από ποιόν βυθό βγήκες; όχι άπό άλλο βέβαια, παρά από τόν βυθό τοῦ ςίδη.

Δέν πρέπει λοιπόν νά γυρίσης πάλι πίσω στόν άδη καί νά μη πλανάς τους χριστιανούς; Γι’ αυτό εμείς στόν λόγο αυτό θά μιλήσουμε γιά τήν αυθάδεια εκείνων πού λέγουν αυτά.


Загрузка...