Δυνάμωσε την ψυχή σου



«Πολλές φορές ακούω την εκπομπή και δακρύζω. Το θέμα όμως είναι να βρούμε δύναμη να εφαρμόσουμε ένα μέρος των ωραίων λόγων ττου ακούμε και να σταθούμε στα πόδια μας…»

Χ.Τ. Σικάγο (e-mail)


Σε χαιρετώ, αγαπητέ μου αδελφέ, αγαπητή μου αδελφή, αγαπητοί μου φίλοι, της Πειραϊκής Εκκλησίας, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, απ' όπου και αν μας ακούτε· σας χαιρετώ!..

Εύχομαι να είσαι καλά. Εύχομαι να είσαι ειρηνικός και αναπαυμένος. Εύχομαι να έχεις προσωπικότητα διαρκώς καλλιεργούμενη. Να επιμελείσαι, να φροντίζεις, δηλαδή, την ψυχή σου και να παρακαλάς το Θεό να σου χαρίσει αυτό το δώρο, που μου είπε κάποιος μια μέρα ότι εύχεται για τη δική του την ψυχή: «Να προοδεύω». «Αυτό», μου λέει, «παρακαλώ το Θεό. Να προοδεύω. Να περνούν οι μέρες και να κάνω βήματα μπροστά». Αυτό που κάπου λέει σε μια ευχή στη Θεία Λειτουργία, να μας χαρίσει ο Θεός «προκοπήν βίου καί πίστεων καί συνέσεων πνευματικήν». Να προκόβουμε, να ωριμάζουμε, να καλλιεργούμε την ψυχή μας. Να είμαστε αναπαυμένοι και ευχαριστημένοι· ήσυχοι άνθρωποι· προσωπικότητες άρτιες, ολοκληρωμένες. Να φτάσουμε σ' αυτό που λέει στην Αγία Γραφή: «Είν μέτρον ηλικίαν τοῦ πληρώματος τού Χριστοῦ. Είν άνδρα τέλειον».

Είναι δύσκολο αυτό. Να στο πω με ένα αρνητικό παράδειγμα. Τι θα πει, δηλαδή, να μην είσαι τέτοιος άνθρωπος, τέτοια προσωπικότητα καλλιεργημένη, συγκροτημένη. Πόσες φορές, ας πούμε, χαιρόμαστε να μας πει κάποιος μία καλή κουβέντα. Πόσες φορές δε θέλουμε να ακούσουμε έναν καλό λόγο από κάποιον άλλον. Πόσες φορές δε μας ευχαριστεί η παρέα των άλλων γιατί δεν αντέχουμε τη δική μας παρέα. Την παρέα, δηλαδή, με τον εαυτό μας. Δεν μπορούμε να κάτσουμε μόνοι μας, δεν μπορούμε να αναπαυτούμε με τον εαυτό μας και θέλουμε διαρκώς μια επιβεβαίωση απ' τους άλλους. Αυτή η μόνιμη ανασφάλεια που μας πιάνει. Αυτή η επιθυμία να μας δώσουν οι άλλοι αξία. Ότι αξίζω, αν μου χαμογελάσεις. Αξίζω, αν μου μιλήσεις. Αξίζω, αν με πάρεις στην παρέα σου. Αν δε μου απευθύνεις το λόγο, δεν αξίζω! Αυτό είναι που θέλει ο Χριστός μας να ξεπεράσουμε και να φτάσουμε να ζήσουμε την πληρότητα μιας προσωπικότητας ολοκληρωμένης.

Δεν ξέρω αν αυτό το είχες σκεφτεί ως στόχο ζωής μέσα στα πολλά που σκέφτεσαι. Να νιώθεις, δηλαδή, κάποια στιγμή μια τέτοια ανάπαυση με τον εαυτό σου και να κάτσεις στο σπίτι σου, να περπατήσεις στους δρόμους της πόλης σου, να πας μια βόλτα, να κοιτάξεις ας πούμε, τις βιτρίνες, να κοιτάς τα μαγαζιά, να δεις ένα βιβλιοπωλείο, να πας κάπου μόνος και να μη νοιώθεις μοναξιά! Να πας κάπου χωρίς κόσμο και να 'σαι ευτυχισμένος· και να νοιώθεις ότι έχεις μια παρέα, την παρέα του εαυτού σου. Όχι, όμως, ως ναρκισσισμό, όχι, όμως, ως μια ενασχόληση με τον εαυτό σου, (ότι εγώ είμαι πολύ σπουδαίος και εγώ δεν έχω ανάγκη κανένα). Όχι έτσι περιφρονητικά για τους άλλους· ούτε εγωιστικά για τους άλλους αλλά ως πληρότητα. Νοιώθω μέσα μου πληρότητα. Η αξία μου δεν αποκτάται από τους άλλους. Η αξία μου είναι πολύ μεγάλη, επειδή υπάρχει μέσα μου η σφραγίδα του Θεού. Επειδή υπάρχει μέσα μου η εικόνα Του, η χάρη Του, η ψυχή που μου χάρισε ο Θεός η πνοή Του. Αυτό μου δίνει αξία. Όχι το τι θα μου πουν οι άλλοι. Αν οι άλλοι, δηλαδή, με βρίσουν είμαι ένα τίποτα και αν οι άλλοι με ανεβάσουν στα ουράνια κάτι αξίζω.

Όχι. Αξίζεις! Αξίζεις επειδή είσαι πλάσμα του Θεού. Δημιούργημα του Θεού. Επειδή σε αγαπάει ο Θεός και όλος ο ουρανός ασχολείται μαζί σου και σ' αγαπά και σε φροντίζει και σου δίνει σημασία. Κανείς σήμερα να μη σε πάρει τηλέφωνο, μα κανείς να μη σου μιλήσει, έχεις μια φοβερή δυναμική μέσα σου. Έχεις μια αξία, μια προσωπικότητα. Είσαι ένα πλάσμα όμοιο του οποίου δεν υπάρχει σε όλη τη γη. Δεν υπάρχει κανένας, καμία, σα και εσένα. Με τα δικά σου γνωρίσματα, με τα δικά σου χαρίσματα, μετά δικά σου προβλήματα, με τις δικές σου ιδιορρυθμίες, ιδιοτροπίες με το δικό σου χαρακτήρα. Είσαι αυτός που είσαι!.. Είσαι αυτή που είσαι και αξίζεις!.. Κι αξίζεις! Και σ' αγαπάει ο Χριστός και σου δίνει σημασία ο Χριστός και θέλει να σε δυναμώσει!

Αυτή η λέξη, «να 'χεις δυνατή ψυχή». Να 'χεις μια προσωπική σχέση με το Χριστό. Επαναλαμβάνω: να βρεις τη χρυσή τομή. Προσωπική σχέση που δε σε απομονώνει από την κοινωνία των αδελφών σου. Από τους πιστούς της ενορίας σου, για παράδειγμα. Από μια ομιλία που πηγαίνεις, από τις σχολές γονέων, από μια συγκέντρωση που πηγαίνεις με άλλους πιστούς. Δεν θα απομονωθείς. Αλλά και, όταν πηγαίνεις εκεί, να μην πηγαίνεις εκεί για να αποκτήσεις αξία. Η αξία σου δεν αποκτάται από τέτοια πράγματα. Έχεις αξία! Και καθηλωμένος να είσαι σε ένα κρεβάτι και σ' ένα καρότσι να κάθεσαι επάνω, άρρωστη, και να μην μπορείς να κουνηθείς και να 'σαι γεμάτος με σωληνάκια, έχεις αξία! Και ας μη σου δώσει κανένας σημασία…

Αυτό είναι εύκολο να το λες και εύκολο να το ακούς. Το μεγαλείο είναι να αναβλύζει αυτό από μέσα σου και να το καταλαβαίνεις. Είναι δύσκολα πράγματα αυτά. Είναι μερικά πρόσωπα στο Ευαγγέλιο, που όταν διαβάζω, τα περιστατικά, το πώς φέρθηκαν, πώς κινήθηκαν, πώς μίλησαν στο Χριστό, πώς έζησαν, με πείθουν ότι είχαν μια τέτοια προσωπικότητα. Δυνατή ψυχή. Γενναία ψυχή. «Θα πάω να βρω το Θεό και να 'χω μια σχέση μαζί Του. Ασχέτως τι θα κάνουν οι άλλοι. Δε μ' ενδιαφέρει πώς θα με δει ο κόσμος. Τι θα πουν οι άλλοι για μένα. Έχω δυνατή ψυχή. Έχω πίστη στον εαυτό μου ότι μπορώ να πλησιάσω το Θεό μου». Με αυτήν την έννοια.

Αν και πάλι, αυτό ο Θεός το χαρίζει· αλλά δεν είμαι ένας άνθρωπος διαλυμένος, άβουλος, χωρίς τη δική μου δυναμική. Δεν περιμένω τους άλλους συνέχεια να με σπρώχνουν.

Για παράδειγμα, θυμάμαι την αιμορροούσα γυναίκα. Αυτή τη γυναίκα που, όταν ο Χριστός πήγαινε να κάνει ένα θαύμα, μπήκε στη μέση στο δρόμο και έγινε και ένα δεύτερο θαύμα και έγιναν και άλλα θαύματα που δεν τα ξέρουμε και εμείς, αλλά μερικά τα γράφει το Ευαγγέλιο. Παράλληλα θαύματα. Μπαράζ θαυμάτων!.. Το ένα πάνω στο άλλο. Του λέει ο Ιάειρος: «Έλα να κάνεις καλά το κοριτσάκι μου σε παρακαλώ, γιατί πεθαίνει». Λέει, «Θα 'ρθω. Πάμε σπίτι σου». Πάνε στο σπίτι, στην πορεία κόσμος πολύς συνέπνιγαν τον Κύριο. Τον συνέθλιβαν. Πολύς κόσμος. Και μια γυναίκα, χωρίς να βάλει τους Αποστόλους να μεσολαβήσουν — αυτό εννοώ δυνατή ψυχή — (είπε καθ' εαυτήν): «Θα πάω να βρω το Θεό. Θα βρω το Θεό μου κατευθείαν». Δε θα βάλω ανθρώπους. Δε θα ζητιανέψω σε ανθρώπους, δε θα εξαρτηθώ από ανθρώπους με αυτήν την έννοια. Δε θα εξαρτηθώ. Δε θα κάνω είδωλα· γιατί ακριβώς ο σκοπός μου είναι να μην έχω είδωλο· να βρω το Θεό που δεν είναι είδωλο. Είναι πέρα από όλα τα είδωλα. Αν στο δρόμο μου (για) να βρω το Θεό, χρησιμοποιώ ανθρώπους σαν είδωλά μου, θεοποιώντάς τους, προσδοκώντας από αυτούς, δηλαδή, περισσότερα από αυτά που έχουν να μου δώσουν, τότε απέτυχα.

«Θα πάω», λέει, «μόνη μου». Αυτή η γυναίκα πρέπει να 'χε πολύ συγκροτημένη ψυχή. Μπορεί το σώμα της να έσταζε αίμα και να είχε αιμορραγία για πόσα χρόνια, λέει, και είχε ξοδέψει όλα της τα λεφτά στους γιατρούς και δεν είδε τίποτα· αλλά νομίζω ότι η ψυχή της είχε υγεία. Έτσι πιστεύω. Ήταν ωραία γυναίκα. Γενναία ψυχή.

Και πάει, λοιπόν, και αγγίζει τον Κύριο· όχι τον Ίδιο, στα πανάγια Πόδια Του, αλλά αγγίζει το Ιμάτιό Του και νιώθει να βγαίνει δύναμη απ' το Σώμα του Κυρίου· και γίνεται καλά αυτή η γυναίκα. Θεραπεύεται. Σταματάει η πληγή του αίματος. Ο Χριστός μας νοιώθει να βγαίνει από μέσα Του δύναμη, γυρίζει στον κόσμο και ρωτά, οι Απόστολοι ξαφνιάζονται, Του λένε: «Γιατί απορείς; Τόσος κόσμος είναι κοντά Σου. Τόσοι σε πιέζουμε. Εσύ τί ένοιωσες;». «Κι όμως» λέει «με πιέζουν τόσοι, αλλά ένας άνθρωπος, κάτι άλλο πήρε από Μένα, που δεν το πήρατε εσείς οι υπόλοιποι. Είστε όλοι κοντά Μου, αλλά δεν ελκύετε επάνω σας αυτό που έχω να σας δώσω. Με έχετε δίπλα σας, αλλά δεν παίρνετε όλοι σας αυτό που έχω».

Αυτή η γυναίκα, πήρε απ' το Χριστό. Οι άλλοι δεν πήραν. Και γιατί πήρε; Γιατί είχε αυτή τη γενναιότητα. Την όμορφη ψυχή. Την ψυχή που προόδευε. Την ψυχή που, ενώ το σώμα της έσκυβε και ακουμπούσε τα ιμάτια του Κυρίου, το χιτώνα που σερνόταν στο χώμα, στην άμμο, αυτή η ψυχή της ήταν όρθια. Και είδε τη θεραπεία.

Δεν ξέρω αν το παθαίνεις αυτό πολλές φορές. Το παθαίνουμε· δηλαδή, θέλουμε πάντα να μεσολαβούν πάντα κάποιοι άλλοι· πάντα να εξαρτώμαστε απ' το τι θα πουν οι άλλοι, να βάλουμε μέσον. Να βάλουμε μέσον. Και όταν πας να βάλεις μέσο έναν Άγιο, πρόσεξέ το κι αυτό· να καταλαβαίνεις πώς τον βάζεις· ως μέσον. Δεν τον θεοποιείς, δεν τον κάνεις ένα καινούργιο είδωλο, δεν τον λατρεύεις, δεν τον κάνεις να είναι πάνω απ' το Θεό· ζητάς να σε οδηγήσει στο Χριστό για να δυναμώσει η ψυχή σου στη συνέχεια. Και όχι να είσαι διαρκώς καθηλωμένος σε τέτοιου είδους εξαρτήσεις. Πρόσεξε ποιον θαυμάζεις. Πρόσεξε ποιους θαυμάζεις και ως ποιο σημείο τους θαυμάζεις. Μήπως αυτός ο θαυμασμός καταντήσει στο τέλος να γίνει μια μορφή ειδωλοποίησης και αυτό θα σε βασανίσει στο τέλος. Και αυτό θα σε απογοητεύσει. Και αυτό θα σε πληγώσει. Γιατί οι άνθρωποι πληγώνουμε ο ένας τον άλλον.

Το παθαίνεις αυτό. Λες: «Φοβερός αυτός! Φοβερός ο άλλος!». Θαυμάζεις ομιλητές, θαυμάζεις ανθρώπους, θαυμάζεις ιερείς. Είναι κακό, θα πει κανείς, να θαυμάζει; Δεν είναι κακό να θαυμάζει κανείς, να εμπνέεται, να παίρνει δύναμη, να παίρνει κουράγιο. Ναι. Αλλά, ως ποιο σημείο;

Σου δείχνω με το δάχτυλό μου το δάσος του Παραδείσου. Σου δείχνω με το δάχτυλό μου το Θεό· και εσύ κοιτάς το δάχτυλο και εντυπωσιάζεσαι. Εντυπωσιάζεσαι με το στόμα κάποιου που μιλά, ενώ μιλάει για το Θεό. Και σκοπός σου είναι να πας εκεί· γιατί αυτό το στόμα είναι πηλός. Μπορεί ο πηλός να μιλάει για το Θεό, αλλά αν δεν πας στο Θεό και μείνεις στον πηλό, θα γίνεις και εσύ πηλός. Κάποια στιγμή θα απογοητευτείς, δε θα προκόψεις πνευματικά.

Δεν μας βοηθούν οι άνθρωποι. Δεν μας σώζουν οι άνθρωποι. Πάρτο απόφαση. Ξεκόλλα από ανθρώπους. Δυνάμωσε την ψυχή σου και απόκτησε μια προσωπική σχέση με το Θεό. Αστούς ανθρώπους να σου δώσουν αυτό που έχουν, αλλά μη ζητάς περισσότερα που δεν έχουν και ταυτόχρονα αγάπα τους όλους. Θα τους αγαπάς όμως με σωστό τρόπο πλέον. Θα τους αγαπάς θα τους συμπονάς θα 'σαι σε επαφή μαζί τους δε θα απομονώνεσαι, αλλά θα ξέρεις ότι δεν έχω να πάρω κάτι περισσότερο από σένα. Υπάρχει ο Θεός μου. Αυτόν ζητώ.

Και την ώρα, λέει, που πήγαινε, κάνει το πρώτο θαύμα σ' αυτή τη γυναίκα, η οποία ήρθε, λέει «τρέμουσα» και είπε όλη την αλήθεια ότι «πραγματικά εγώ ήμουν που Σ' άγγιξα και γι' αυτό αισθάνθηκες αυτή τη δύναμη να βγαίνει από μέσα Σου». Και την ώρα που γίνεται το θαύμα και εντυπωσιάζονται όλοι, έρχεται πάλι κάτι να κλονίσει την εμπιστοσύνη του ανθρώπου στο Θεό.

Διαρκώς στη ζωή μου και στη ζωή σου, νομίζω, γίνεται αυτό το σκαμπανέβασμα. Της πίστης, ως πληρότητα, ως δυναμική, ως αίσθηση εσωτερικής αυτά ρκειας, ταπεινής αυτά ρκειας, θεϊκής αυτάρκειας, και μετά έρχεται πάλι κάτι να σε κλονίσει και να σου πει: «Μα τι γίνεται εδώ πέρα πάλι; Πάλι πρόβλημα; Τελικά, Θεέ μου, με σώζεις ή δεν με σώζεις; Τελικά, υπάρχεις ή δεν υπάρχεις; Τελικά, μ' αγαπάς ή δεν μ' αγαπάς; Θες το καλό μου ή με πονάς;». Και πάνε και λένε στον Ιάειρο: «Μην ταλαιπωρείς τον διδάσκαλο το παιδάκι σου πέθανε. Άδικος ο κόπος. Δεν προλάβατε». Και γυρίζει αμέσως ο Χριστός — αμέσως! Αυτή η κίνηση ήταν ακαριαία και του λέει: «Μή φοβοῦ, μόνον πίστευε». Μη φοβάσαι. Μη φοβάσαι! Μην ακούς τί σου λένε οι άλλοι.

Είδες πάλι; Οι άλλοι. Γι' αυτό σου λέω· μη στηρίζεσαι σε ανθρώπους. Οι άνθρωποι οι οποίοι πριν από λίγο βλέπουν το θαύμα και υποτίθεται θα σε οδηγήσουν στο Χριστό και θα σου πουν: «Αυτός είναι φοβερός!», μετά αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι θα σε απογοητεύσουν και θα σε κλονίσουν.

Ακούμπα τους ανθρώπους. Άγγιζέ τους, αλλά μην γαντζώνεσαι επάνω τους. Μη κολλάς επάνω τους, γιατί θα πέσουν αυτοί, θα πέσεις και εσύ.

«Μή φοβοῦ, μόνον πίστευε». «Μα, μα,». «Όχι μα. Εσύ κοίτα Εμένα. Εσύ, Ιάειρε, κοίτα Εμένα. Εμένα δε ζητάς να κάνω καλά το παιδί σου; Εμένα δεν εμπιστεύεσαι; Εμένα δεν καλείς;» «Ναι, αλλά έχει τόσο κόσμο γύρω». «Ζήσε χωρίς να κοιτάς τον κόσμο. Δες τον κόσμο με τα μάτια προσηλωμένα σε Μένα».

Και πήγαν στο σπίτι και, όπως το ξέρεις το περιστατικό, έγινε το θαύμα της ανάστασης (της κόρης) του Ιαείρου, εις πείσμα αυτής της απελπισίας που πήγε να πιάσει την ψυχή αυτού του ανθρώπου· με το δίκιο του, φυσικά. Τώρα τα λέμε φυσικά και κάνουμε εξηγήσεις και ερμηνείες αλλά άμα το ζεις και σου πει κανείς «το παιδί σου πέθανε», είναι πάρα πολύ δύσκολο να πεις «Εντάξει, δεν πειράζει που πέθανε· αφού είναι ο Χριστός δίπλα μου όλα θα αλλάξουν». Το λέμε στη θεωρία, αλλά στην πράξη είναι πολύ δύσκολη η ψυχή μας να αντέξει τις ώρες αυτές του πειρασμού. Τις ώρες που η πίστη μας περνάει μέσα από ένα φοβερό καμίνι. Τις ώρες που η αγάπη μας στον Κύριο, θα κριθεί από μεγάλες περιπέτειες και δοκιμασίες

Εκεί σε θέλω. Εκεί με θέλω. Τώρα νομίζεις είσαι έτοιμος για ένα μαρτύριο. Ακούς κάτι και λες: «Τώρα έχω δυνατή ψυχή». Μα τώρα δεν έχεις πρόβλημα. Στη δοκιμασία κλονίζεται η ψυχή. Εκεί λυγίζουν τα γόνατα. Εκεί νιώθεις σαν τα πουλάκια μες το χειμώνα που τρέμουν και δεν έχουν πού να σταθούν και σε πιάνει απίστευτη ανασφάλεια. Σε πιάνει πανικός. Νιώθεις να φεύγει το έδαφος κάτω απ' τα πόδια σου. Δεν ξέρεις πού να απευθυνθείς. Πού να πεις «βοήθεια». Στο Θεό; «Μα ποιο Θεό», λες, «αφού Αυτός μ' απογοητεύει αυτή τη στιγμή. Αυτός που πριν λίγο ήταν η ελπίδα μου, τώρα γίνεται πάλι η πίκρα μου. Γίνεται πάλι ο καημός μου. Γίνεται πάλι αυτός που, τελικά, δεν έχω καταλάβει τι θέλει. Να με σώσει ή να με ταλαιπωρήσει;».

Και έτσι η ψυχή σου μέσα από αυτά τα χτυπήματα, μέσα απ' αυτή τη δοκιμασία, ωριμάζει. Ωριμάζει. Πλουτίζει. Καλλιεργείται. Δυναμώνει. Βελτιώνεται. Αγιάζεται. Καταρτίζεται. Όλα αυτά τα πράγματα που αναφέρει η Αγία Γραφή· όλα αυτά τα πράγματα που ζειςστην ψυχή σου, όταν δέχεσαι να παραδοθείς με εμπιστοσύνη σε Αυτόν που θέλει να σε κάνει δυνατό και δυνατή.

Η άσκηση αυτή που σου βάζει ο Χριστός πολλές φορές είναι πολύ δύσκολη. Και η άσκηση που βάζει ο καθηγητής στο παιδί, είναι πολύ δύσκολη. Αλλά, αν βάλεις σε έναν μαθητή μία πολύ δύσκολη άσκηση, σημαίνει ότι ο καθηγητής εμπιστεύεται το μαθητή και τον θεωρεί άξιο να τη λύσει αυτή την άσκηση. Σε θεωρώ ικανό και γι' αυτή την άσκηση. Και αν δεν είσαι ικανός, θα γίνεις. Δεν μπορεί συνέχεια να λύνεις ένα και ένα κάνει δύο και δύο και δύο κάνει τέσσερα. Πρέπει να μάθεις να λύνεις και εξισώσεις δευτέρου και τρίτου βαθμού· πρέπει να λύνεις και πιο δύσκολα προβλήματα· και σε θεωρώ άξιο, ικανό. Δε σε υποτιμώ, όταν σε δυσκολεύω. Θέλω να σε δυναμώσω.

Αυτό είναι το μυστικό που, όταν το καταλάβουμε, θα παραδοθούμε. Παρόλο που μας πονά αυτή η διαδικασία. Παρόλο που μας κάνει και ιδρώνουμε, φέρνει ένα αποτέλεσμα πολύ λαμπρό. Όχι, ίσως αμέσως, αλλά μετά από λίγο καιρό θα το καταλάβεις αυτό και θα το βλέπουν και οι διπλανοί σου. Θα βλέπουν οι άνθρωποι πως έχεις προσωπικότητα. Πως μπορείς να βοηθήσεις πλέον. Ο λόγος σου πιάνει. Ο λόγος σου αγγίζει την ψυχή του άλλου, γιατί είναι λόγος ανθρώπου καλλιεργημένου. Δυνατής ψυχής.

Σκέψου, ας πούμε, να πει κανείς: «Έχω περάσει στη ζωή μου αρρώστιες, έχω περάσει διωγμό, έχω περάσει άδικες συκοφαντίες. Έχω περάσει ειρωνείες, έχω περάσει μεγάλες αδικίες». Ο άλλος: «Μου 'χουν κλέψει το σπίτι», «μου 'χουν κάνει διάφορα, πέρασα μια μεγάλη περιπέτεια. Μου 'χει πεθάνει ένας πολύ αγαπημένος συγγενής. Έχω αποχωριστεί αγαπημένα μου πρόσωπα».

Αυτός ο άνθρωπος μετά, έχει δυνατή ψυχή. Αυτός ο άνθρωπος μετά, δεν κολλάει εύκολα σε ανθρώπους γιατί έχει καταλάβει την σχετικότητα των ανθρώπινων πραγμάτων. Παρ' όλο που δεν κολλά στους ανθρώπους έτσι, τους αγαπά μετά πολύ περισσότερο, γιατί τους συμπονά όλους. Αποκτά αυτή τη λέξη ως βίωμα, ως ψυχική ποιότητα. Την άκουσεςτη λέξη αυτή; Συμπόνια. Οι πονεμένοι άνθρωποι είναι πιο συμπονετικοί μετά. Συμπονούν τους άλλους γιατί, επειδή έχουν πονέσει οι ίδιοι, καταλαβαίνουν τους άλλους. Ενώ, όμως τους καταλαβαίνουν και τους αγαπούν, δεν κολλούν. Δεν κολλούν επάνω τους. Δεν τους νοιάζουν οι γνώμες των ανθρώπων. Δεν τους νοιάζουν. Τα 'χουν ξεπεράσει αυτά. Μες στο καμίνι που πέρασαν της δοκιμασίας, όλα αυτά θεωρούνται δευτερεύοντα. Ασήμαντα. Ανοησίες. Χαζομάρες πες τα όπως θες.

Ήρθε μια μέρα να με βρει κάποιος ο οποίος είχε περάσει καρκίνο και έκανε χημειοθεραπείες και ξεπέρασε το πρόβλημά του και έγινε καλά. Και μου 'πε σαν παράπονο: «Δεν έχω όμως και πολύ χρόνο να διαβάζω», λέει, «τώρα πνευματικά βιβλία, έχω πολλές δουλειές». Και γυρίζω και του λέω: «Τί να διαβάσεις τώρα εσύ; Εσύ έχεις καταπιεί όλα τα άπαντα. Τα άπαντα του Αγίου Χρυσοστόμου, όλα, τα έχεις καταπιεί. Ό,τι γράφουν τα Πατερικά μέσα, τα περί πόνου, υπομονής, προσευχής, αντοχής κ.λπ., εσύ τα έζησες. Εσύ έκανες την Πατερική Θεολογία και τα βιώματα των Αγίων, τα 'κάνες πράξη. Τα 'κάνες πράξη στη ζωή σου. Γιατί δέχτηκες να συνεργαστείς με το Θεό. Δέχτηκες να συνεργαστείς με τα μαθήματα που σου έδωσε ο Θεός στη ζωή σου».

Γιατί αλλιώς, ο κάθε ένας που πονά, θα έπρεπε να πούμε ότι έχει γίνει και άγιος. Δεν γίνεσαι και άγιος, όμως. Δε γίνεται ο καθένας άγιος. Όλοι πονούν. Δεν αγιάζουν όμως όλοι όσοι πονούν. Γιατί μερικοί αντιδρούν. Μερικοί αγανακτούν. Μερικοί δεν θέλουν να πάρουν το μάθημα που τους δίνει ο Θεός μέσα απ' αυτήν τη δοκιμασία, την περιπέτεια κ.λπ. Και ζουν στον κόσμο τους. Επιμένουν στο δικό τους. Δεν θέλουν να ωριμάζουν. Αλλά, αν κανείς συνεργαστεί, γίνεται πολύ φοβερή προσωπικότητα. Καλλιεργημένος άνθρωπος.

Ξέρεις τι μου 'λεγε ένας: «Θα πρέπει, όταν σκέφτεσαι τον εαυτό σου, στο παρελθόν πώς ήσουν, να μη σου αρέσει και πολύ. Θα πρέπει να νιώθεις ότι διαρκώς αλλάζεις. Ότι διαρκώς κάτι μέσα σου παλιό πεθαίνει και κάτι καινούργιο γίνεται». Να γίνεσαι διαφορετικός άνθρωπος. Να αποκτάς καινούργια μυαλά. Καινούργια μάτια. Καινούργια αντίληψη της ζωής. Κάτι παλιό να πεθαίνει μέσα σου και κάτι νέο να ανασταίνεται.

Δηλαδή, αν έχουν περάσει μερικά χρόνια — να στο πω έτσι- που 'σαι κοντά στο Θεό και Τον αγαπάς και προσεύχεσαι και αγωνίζεσαι και προσπαθείς, λογικά θα 'πρεπε, αν σε άκουγε κανείς να μιλάς, πριν από μερικά χρόνια και σε δει και τώρα, να 'σαι αλλιώς. Να 'σαι αλλιώς. Να βλέπει καινούργια στοιχεία. Τι καινούργια; Μέσα απ' αυτόν τον πόνο, την ωριμότητα, τον αγώνα, την αλλοίωση που φέρνει ο Χριστός στη ζωή σου. Δε λέει: «Αὕτη ή άλλοίωσιε τής δεξιάς τοῦ Ύψίστου»; Αλλοιώθηκες; Άλλαξες; Αυτή η Δεξιά του Υψίστου, δηλαδή το δεξί χέρι, το καλό χέρι, το πιο βολικό, το πιο έμπειρο χέρι του Υψίστου Θεού, το άφησες να σε φτιάξει; Να σε φτιάξει ωραία προσωπικότητα!..

Ή το άλλο περιστατικό, που μ' αρέσει πολύ, που λέει εκεί μετά την Ανάσταση του Κυρίου που ήταν στην παραλία και είπε στον Απόστολο Πέτρο να Τον ακολουθήσει. Του λέει: «Άκολούθει μοι» και του λέει ο Απόστολος Πέτρος — κοιτάει τον Άγιο Ιωάννη δίπλα — και λέει: «Οὗτος δέ τί;». Ναι, να 'ρθω, αλλά αυτός; Ο άγιος Ιωάννης; Και του απαντάει ο Χριστός: «Τί σε νοιάζει; Τί σε νοιάζει γι' αυτόν; Τί πρός σε;» Ακόμα του λέει: «και αν αυτός θέλω να μείνει μέχρι να ξανάρθω. Πες, εγώ (ο Χριστός)», του λέει ότι, «θέλω τον Ιωάννη να τον αφήσω να ζει μέχρι να… τι σε ενδιαφέρει η ζωή η δική του;».

Κοίταξε! Εδώ μιλάει ο ίδιος ο Θεός για μια περιφρόνηση· που δεν είναι όμως περιφρόνηση κακίας. Δεν είναι περιφρόνηση αδιαφορίας. Είναι, όμως κάτι που πάει να μπει στη ζωή σου, να σου χαλάσει τη σχέση με το Θεό. Τι σε ενδιαφέρει τώρα εσένα για τον άλλον; Ζήσε τη σχέση σου με το Θεό εσύ, και άσε τους άλλους. Τι κάνουν οι άλλοι. Τι λένε οι άλλοι γι' αυτό το θέμα. Εσύ Μ' αγαπάς; Ακολούθησέ Με. Εσύ Μ' αγαπάς; Βόσκε τα αρνία Μου. Τι σε ενδιαφέρει τι κάνουν οι άλλοι; Γιατί ασχολείσαι με τους άλλους; Έχεις καταλάβει ότι κουβαλάς μέσα σου έναν δικό σου θησαυρό; Μια δίκιά σου ομορφιά; Μια δίκιά σου πολύ καλή παρέα, που είναι η δική σου προσευχή. Έχεις καταλάβει, ότι, αν δεν πιά-σεις επαφή προσωπική με το Θεό, θα 'ρθει μια στιγμή που πάρα πολύ θα πονέσεις και θα δοκιμαστείς και θα ταλαιπωρηθείς; Νιώσε το Θεό. Εσύ και ο Θεός σου· και άσε τους άλλους. «Ακολούθησέ με». Εγώ αγαπάω εσένα. Θέλω να σε κάνω δυνατό.

Μου κάνει εντύπωση, κάτι ασκητές στο Άγιο Όρος, πώς κάθονται μόνοι τους. Δεν τους νοιάζει τι θα τους πουν οι άνθρωποι, δεν υπάρχει κάποιος κατ' αρχήν δίπλα τους να τους πει: «Πάτερ, μπράβο. Σήμερα έκανες καλό αυτό που έκανες» ή μια παρατήρηση άλλου τύπου. Δεν τους νοιάζουν οι γνώμες των ανθρώπων. Τους νοιάζει η γνώμη του Θεού.

Είδες τι θέλει να κάνει ο Θεός; Να σε ωριμάσει και να με ωριμάσει. Και μη νομίζεις ότι αυτά που λέω, Βασίλη Χατζηνικολάου, που σε ευχαριστούμε και σήμερα (που) είσαι μαζί μας και μας εμπλουτίζεις με την όμορφη μουσική σου και πάλι, μη νομίζεις ότι αυτά που λέω και εγώ έτσι τα ζω. Αλλά τα ζηλεύω! Τα ζηλεύω. Αυτό το λέω. Δηλαδή, κάθε φορά που διαβάζω αυτά τα σημεία στο Ευαγγέλιο, μ' αρέσουν αυτά τα… αυτές οι προεκτάσεις που κάνω μέσα μου και λέω: «Ωραία αυτή η σχέση των ανθρώπων με το Θεό. Που θέλει να τους ωριμάζει, να τους ανεβάζει, να τους ανεβάζει. „Μη, μη μένεις εκεί. Έλα, έλα ανέβαινε, ανέβαινε. Γίνε πιο ωραία ψυχή. Γίνε πιο άγιος. Γίνε, βγάλε και αυτό το κομμάτι της ψυχής σου που το 'χεις μέσα σου θαμμένο. Βγάλε λίγη υπομονή ακόμα που είναι μέσα και είναι σκονισμένο αυτό το κομμάτι σου. Φανέρωσέ το“».

Πώς θα γίνει αυτό; Όλα αυτά που είπαμε. Με τα σκαμπανεβάσματα. Έχεις το Χριστό, χάνεις το Χριστό. Έρχεται ο Χριστός φεύγει ο Χριστός. Βλέπουν τον Κύριο μετά την Ανάσταση οι μαθητές Του, περπατάνε μαζί Του προς Εμμαούς — εσύ μπορεί να έχεις και την εικόνα στο σπίτι σου ε; Στο σαλόνι, την κλασική παλιά, καθολικού τύπου· αλλά είναι όμορφη σαν ατμόσφαιρα που βλέπεις τον Κύριο να περπατάει με τους μαθητές Του, το Λουκά και τον Κλεόπα και συζητούσαν — και ξαφνικά, όταν άρχισαν να καταλαβαίνουν, να καίγεται η καρδιά τους λέει, και να θερμαίνεται και να τους μοιράζει ο Χριστός τον άρτο και τους δίνει (άρτο), την ώρα εκείνη που άρχισαν να καταλαβαίνουν το Χριστό, φεύγει πάλι ο Χριστός! Γιατί φεύγει; Για τον ίδιο λόγο. Για να τους κάνει πιο δυνατούς. Φανερώνεται και εξαφανίζεται. Τους αφήνει τη γλυκιά γεύση στη ψυχή τους. Τη θερμότητα. Την πίστη. Τη δύναμη. Να πιστεύουν και να αγγίζουν και να νιώθουν Παρόντα τον Αόρατο. Να νιώθουν ότι κρατούν Αυτόν που όλο τους φεύγει. Και ενώ τους φεύγει, αφήνει πίσω την ευωδία Του, τη γλυκύτητά Του, το ζήλο, τον πόθο. Και πήγαν μετά και είπανε: «Είδαμε τον αναστημένο Κύριο» και απορούσαν και λέγανε «Ναι, αλλά θυμάσαι πώς η καρδιά μας εκείνη την ώρα ένοιωθε κάτι σαν να καιγότανε μέσα μας. Μια φλόγα μες την ψυχή μας. Κάτι, κάτι έκαιγε μέσα μας. Και, όταν η καρδιά μας ένιωθε αυτό, εξαφανίστηκε ο Χριστός».

Ο Χριστός θέλει να Τον αγαπούμε, χωρίς αυτή τη βεβαιότητα ότι Τον κρατούμε. Χωρίς σιγουριές. Θέλει να σ' αφήνει έτσι. Σ' αυτό το κενό· που σ' αυτό το κενό μπορείς να κάνεις τις ωραιότερες πτήσεις, τα ωραιότερα σχέδια στον ουρανό της αγάπης Του, στο πέλαγος της ζωής, στους κυματισμούς. Νομίζεις ότι δεν ξέρεις πού πας μες στο πέλαγος και σου λέει: «Άσε τον άνεμο, θα σε πάει αυτός». «Μα δεν έχω πυξίδα. Νοιώθω ότι δεν ξέρω τίποτα». «Αφέσου και θα βγει κάτι καλό».

Όλα αυτά, αν τα καταλάβεις, θα καταλάβεις πόσο παρών είναι ο Θεός, όταν αισθάνεσαι ότι είναι απών. Να ξέρεις ότι αυτές τις στιγμές που είναι απών, που δε νιώθεις που δε βλέπεις που καταλαβαίνεις ότι απουσιάζει, είναι αυτή μάλλον η στιγμή που πριν λίγο σου έδωσε τον άρτο Του και μόλις πήγες να καταλάβεις, εξαφανίστηκε. Σου λέει: «Θέλω να αποκτήσεις μια άλλου είδους σχέση μαζί Μου. Πέρα από σχήματα, από χρώματα, από οράματα, από θεάματα, από αγγίγματα, από σιγουριές και βεβαιότητες· θέλω να νοιώθεις στην καρδιά σου ότι Με κρατάς εκεί». Αυτόν που όλο έρχεται και όλο φεύγει. Αυτόν που αφήνει το αποτύπωμά Του μέσα μας και δεν ξέρουμε πού ακριβώς είναι. Και δεν μπορούμε να Τον περιγράφουμε στους άλλους μετά, αλλά οι άλλοι βλέπουν στα μάτια μας κάτι και καταλαβαίνουν ότι ο Κύριος πέρασε απ' την ψυχή μας και κάτι άφησε. Και αυτό αφήνει περιθώρια για καινούργια πρόοδο. Για νέα βήματα.

Αυτό θα γίνεται, λέει, στην αιώνια κατάσταση, στη Βασιλεία του Θεού· εκεί που ο Θεός θα 'ναι πάντοτε αυτό που θα απολαμβάνουμε και αυτό που όλο και περισσότερο θα ζητάμε. Θα το ζητάμε όχι ως κάτι άγνωστο, που δε γνωρίζουμε, αλλά ως κάτι γνωστό που δε χορταίνουμε. Κάτι που κρατάμε και μας φεύγει. Κάτι που δε θέλει να μας βολέψει. Να πούμε ότι κάπου αράξαμε. Ότι κάπου σιγουρευτήκαμε. Ότι εμείς το ξέρουμε.

Όλα αυτά, είδες πώς είναι; Αλληλένδετα. Όλα αυτά, αν τα σκεφτείς, σε κάνουν να γίνεσαι πάρα πολύ δυναμικός, πάρα πολύ σίγουρος και πάρα πολύ αβέβαιος. Για όλα τα πράγματα στη ζωή σου.

Ας πούμε, αν πας τώρα να μιλήσεις στο παιδί σου, μετά απ' αυτά που είπαμε τώρα — κοίταξε πώς θα τα κολλήσουμε τώρα· αν κολλάνε δε ξέρω, μπορεί να μου φύγει πάλι αυτή η σκέψη, αλλά τώρα μου ήρθε — πας να πεις κάτι στο παιδί σου για το Θεό, για τη ζωή του, μια συμβουλή· και νοιώθεις ότι είσαι σίγουρος γι' αυτό που θα του πεις· ότι είναι το σωστό, ότι έτσι πρέπει, ότι αυτό θέλει ο Θεός· ότι τέτοια ώρα πρέπει να γυρίσει, ότι αυτό πρέπει να σπουδάσει, εκεί πρέπει να πας, αυτό να αγοράσεις. Νοιώθεις βεβαιότητες. Ότι ξέρεις. Ενώ ο ίδιος ο Θεός στη σχέση Του μαζί σου, σου λέει συνέχεια αυτό το πράγμα στη ζωή σου: «Εγώ ο Θεός, είμαι ο Θεός των εκπλήξεων. Είμαι ο Θεός που θέλω να σε ωριμάσω και να καταλάβεις ότι το μυαλό σου, όταν νοιώθεις σιγουριά, δεν είμαι Εγώ πάντα εκεί μέσα στη σιγουριά. Εγώ είμαι και μέσα στην αβεβαιότητα. Είμαι στην έκπληξη. Είμαι μέσα σ' αυτό που νοιώθεις ότι χάνεις, αλλά δε το χάνεις».

Μπορεί, δηλαδή, κάποια μέρα να αφήσεις το παιδί σου να φύγει και να του πεις:«Καλά· γύρνα, παιδί μου, αφού δε μπορείς να καταλάβεις ότι πρέπει να γυρίσεις στις δωδεκά-μισι και τη μία, θα κάνω προσευχή στο θεό και γύρνα ό,τι ώρα νομίζεις. Ό,τι ώρα σε φωτίσει ο Θεός». Και ενώ νομίζεις ότι το παιδί σου τ' αφήνεις είσαι πολύ πιο πολύ μες την καρδιά του, που του λες «Έλα, ό,τι ώρα σε φωτίσει ο Θεός»· γιατί γίνεσαι και εσύ θεϊκός στο ήθος και στο φέρσιμο. Και εκεί που νομίζεις το αντίθετο, ότι το παιδί σου το κρατάς στα χέρια σου και το κλείνεις στο δωμάτιο και λες «Το 'χω μέσα. Το κρατάω», σου φεύγει. Και ο άλλος το αφήνει, και το κρατάει. Το αφήνει να του φύγει το παιδί του, φαινομενικά, εξωτερικά, δηλαδή, αλλά άφησε μια σφραγίδα και το παιδί λέει: «Η καρδιά μου, την ώρα που μου μίλαγε η μάνα μου και ο πατέρας μου, δεν ένοιωθα μέσα μου σα να καίγεται; Δε θα γυρίσω στις τρεις. Θα γυρίσω νωρίτερα»· ή, «Θα γυρίσω στις τρεις αλλά θα 'μαι προσεκτικός. Θα 'μαι προσεκτική. Θα ζω σα να 'ταν εδώ μπροστά και η μάνα μου και ο πατέρας μου και δε θα κάνω κάτι, ούτε ουσίες θα πάρω, ούτε θα μεθύσω, ούτε θα αλητέψω, ούτε θα βλαστημήσω, ούτε θα βρίσω· θα ζήσω σα να 'ταν μπροστά οι γονείς μου· και ας αργήσω». Γιατί μου λέει ένα παιδί: «τέτοια ώρα βγαίνουν όλοι, πώς να φύγω εγώ. Μου λέει ο πατέρας μου», λέει, «να πάω βόλτα στις εννιά. Μα στις εννιά, όλοι κοιμούνται», λέει, «οι φίλοι μου, γιατί ετοιμάζονται να ξυπνήσουν στις έντεκα το βράδυ, να πλυθούν, να ετοιμαστούν και στις δώδεκα να βγουν. Και εμένα μου λέει ο πατέρας μου „Εντεκάμισι να γυρίσεις“. Μα εντεκάμισι δεν έχουνε βγει», λέει, «οι φίλοι μου».

Τώρα όλα αυτό τι· τι έρχονται να κάνουν. Έρχονται να χαλάσουν μέσα μας τις βεβαιότητες. Τις ασφάλειες. Τις σιγουριές που θέλουμε να 'χουμε εμείς. Βεβαιότητα, πρόγραμμα. Και λέει ο Χριστός: «Εγώ δεν έχω πρόγραμμα. Εγώ δεν έχω πρόγραμμα. Εγώ έκανα απρογραμμάτιστα πράγματα». Με την έννοια της εκπλήξεως, της έλλειψης καλουπιού. «Όχι απρογραμμάτιστα, χωρίς δηλαδή φροντίδα και αγάπη και τάξη στη ζωή Μου. Αλλά δεν είχα μέρες που έλεγα ότι σήμερα δέχομαι, αύριο δεν δέχομαι. Τώρα θα πάω σ' αυτό το σπίτι, σήμερα επισκεπτόμαστε τους καθωσπρέπει, αύριο τους αμαρτωλούς..». Απλότητα. Ό,τι σου φέρει ο Θεός στη ζωή. Δε μπορείς να βάλεις σε καλούπι τη ζωή. Δε μπαίνει σε καλούπι. Ούτε ο Θεός, ούτε τα πράγματά Του, ούτε ο τρόπος που κυβερνά τη ζωή μας.

Όλα αυτά που λέω, που βλέπω, δηλαδή, στα βιώματα των αγίων, σε περιστατικά ανθρώπων που είναι άγιοι, σημερινοί άνθρωποι, απλοί άγιοι, καθημερινοί, δίπλα μας, είναι οι ζυμώσεις που γίνονται και οι αλληλοεπιδράσεις και οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους, με τα γεγονότα του βίου, με τη σχέση τους με το Θεό, αυτό δε μας δείχνει;…

Βγες απ' το βόλεμά σου. Τίποτα δεν είναι σίγουρο. Η ζωή έχει εκπλήξεις ο Θεός ο Ίδιος είναι μια έκπληξη και μάθε και εσύ να μπαίνεις στο δικό Του κλίμα. Αν θέλεις να αποκτήσεις το δικό Του ήθος. Αν δε θέλεις κάνε ό,τι θέλεις· και μπορεί μέχρι τα ογδόντα σου, μέχρι τα ενενήντα σου, όσο σ' αφήσει ο Θεός να ζήσεις να το πάρεις το μάθημα αυτό. Και το 'χουν πάρει το μάθημα αυτό πολλοί γονείς οι οποίοι νόμιζαν ότι θα βάλουν σε καλούπι τα πράγματα. Νόμιζαν ότι έχουν βεβαιότητα· ότι κυβερνάνε τη ζωή τους το σπίτι τους, την οικογένειά τους. Και είδαν, τελικά, ότι τίποτα απ' όλα αυτά δε κυβερνούσαν. Δε μπορούσαν να κυβερνήσουν τίποτα απ' όλ' αυτά. Να βλέπεις τον άλλον να κάνει κηρύγματα, ας πούμε, ο ίδιος ο πατέρας, και το παιδί του να 'χει γίνει αναρχικός. Και του λέει ο Θεός «Πάρε το μάθημά σου. Κστάλαβέ το ότι δε μπορεί να είσαι απότομος, δε μπορεί να είσαι απόλυτος. Ανοίξου. Χαλάρωσε. Γίνε λίγο σα το ζυμάρι και αφέσου και εσύ να ζυμωθείς μες τη ζωή. Αφέσου να ζυμωθείς. Κατάλαβε τους δικούς Μου τρόπους. Ότι τα πράγματα δεν είναι μονοκόμματα. Ότι δεν έρχονται όπως τα θες εσύ, αλλά όπως τα θέλει ο Θεός. Και περνούν καλά σ' αυτή τη ζωή, αυτοί που παίρνουν τα μαθήματα του Θεού και μπαίνουν στο δικό Του κλίμα».

Αυτά σκεφτόμουν σήμερα να σου πω· σκόρπια φυσικά είναι. Να τώρα, ας πούμε, για παράδειγμα, τ' άκουσες τώρα όλα αυτά — εντάξει; — λες τώρα μέσα σου, παράδειγμα: «Α, ναι, έτσι είναι, όπως τα 'πες. Πολύ μ' αρέσει έτσι, όπως τα πες και μ' άγγιξες, όπως τα πες και θέλω να σου μιλήσω, εσένα, όπως τα πες να μου μιλήσεις». Έκανες το ίδιο λάθος. Γιατί τόση ώρα σου δείχνω αυτό: ότι δεν έχει νόημα να μιλήσεις σε μένα, στον έναν, στον άλλον και να περιμένεις να πάρεις από μένα κάτι που και εσύ ο ίδιος ξέρεις. Δε σου λείπει τίποτα. Έχεις μια — πολλές φορές το λες αυτό — έχεις μια χαμηλή αυτοεκτίμηση. Μια χαμηλή υπόληψη του εαυτού σου. Υποτιμάς τον εαυτό σου.

Αυτό δεν είναι ταπείνωση. Η μειονεξία δεν είναι ταπείνωση. Ταπείνωση δεν είναι να λες ότι δε μπορώ να σταθώ στα πόδια μου και διαρκώς έχω ανάγκη τους άλλους γιατί είναι σα να προσβάλλεις το Θεό. Ια να Του λες ότι δε σου 'χει δώσει χαρίσματα, δυνατότητες φοβερές, ψυχή γενναία, ευκαιρίες να αγωνιστείς.

Στηρίξου στο μπαστουνάκι και στο ραβδάκι της δικής σου προσευχής. Της δικής σου σχέσης με το Θεό. Της μεσολάβησης, βεβαίως των αγίων, της Παναγίας μας, του Πνευματικού σου, των ανθρώπων που θα σου συμπαρασταθούν. Άλλο, όμως, αυτή η μεσολάβηση και άλλο η εξάρτηση. Μια νοσηρή σχέση που όλα περνούν μέσα από ανθρώπους. Έτσι θέλει να μας κάνει ο Θεός Δε λέει ο Απόστολος ότι έχουμε παρρησία και απευθυνόμαστε στο «θρόνον τῆς χάριτος»; Με ανοιχτό το πρόσωπο, χωρίς να καλύπτουμε το πρόσωπό, μας, όπως ο Μωυσής που έβαλε μπροστά, στην Παλαιά Διαθήκη, εκείνο το ύφασμα για να μην δει το Θεό απ' τη λάμψη Του. Τώρα, λέει, εμείς κατευθείαν πάμε στο Θεό. Έχουμε άνεση. Ωριμάζουμε, καλλιεργούμαστε, προκόβουμε πνευματικά.

Θυμάσαι, σήμερα αυτό το σημείο προσπάθησα λίγο να αγγίξω. Να προοδεύουμε πνευματικά και να δυναμώνουμε στον αγώνα της ζωής. Και να εύχεσαι και εσύ για μένα, αυτά που λέω κάπως Και να τα προσπαθώ και να μου τα δώσει ο Θεός σα δώρο. Πράγμα που σημαίνει ότι δε θα πρέπει να με ενδιαφέρει τι κάνουν οι άλλοι για να το κάνω και εγώ ή να μην το κάνω και εγώ. Να 'χω και εγώ άποψη, να μπορώ να λέω κάτι, ασχέτως αν ο άλλος συμφωνεί. Να μην είμαι δουλοπρεπής, να μη λέω ότι, αν το πω σ' αυτόν θα χαλάσει η γνώμη του για μένα, άρα, ας μην το πω για να μη χαλάσει η γνώμη του για μένα. Άρα, δεν έχω ελευθερία. Ελεύθερες προσωπικότητες. Δε θα σ' άρεσε να είσαι ελεύθερη προσωπικότητα; Να μπορείς ακόμα να διαφωνείς με κάποιον. Όσο άγιος και αν είναι αυτός, να πεις της γνώμη σου.

Μου 'πε ένα παιδί για τον πνευματικό του στο σχολείο: «μου είχε πει», λέει, «κάτι και, ενώ ήθελα να πω κάποια άλλη γνώμη, δεν την έλεγα». Αυτό δεν είναι υγιής σχέση. Όταν μπροστά στο Θεό, πάμε και λέμε τα παράπονά μας και τη διαφωνία μας και την άποψή μας και τον αγώνα μας, ότι: «εγώ, αυτό με δυσκολεύει, δεν το μπορώ, δεν το θέλω», να μπορείς να λες, να ανοίγεσαι, ώστε αυτό που θα κάνεις στη συνέχεια να είναι ελεύθερη επιλογή σου. Και να μην κάνεις καταπιεσμένες κινήσεις. Διότι αυτή η καταπίεση μαζεύεται, μαζεύεται, μαζεύεται και μετά γίνεται τοξίνες που αρρωσταίνουν το σώμα σου και την ψυχή σου. Το καταλαβαίνεις αυτό; Η νοσηρή σχέση με τα πράγματα του Θεού, αντί να φέρει υγεία ψυχής και σώματος — «εἰς ἴασιν», που λέει, «ψυχῆς τε καί σώματος» — φέρνει ασθένεια ψυχής και σώματος. Και επειδή είμαστε Πνευματικοί, επειδή είμαστε εξομολόγοι Ιερείς είμαστε σε θέση να τα πούμε αυτά τα πράγματα, γιατί τ' ακούμε από πολλές περιπτώσεις — που δε μπορούμε φυσικά να πούμε ποιος και τι, αλλά πολλά περιστατικά ανθρώπων που ακριβώς δεν έμαθαν, ενώ ζούσαν κοντά στο Θεό, δεν βοηθήθηκαν να αποκτήσουν τη δική τους προσωπικότητα κι έκαναν ζημιά στον εαυτό τους.

Τώρα θα μου πεις, ποιά είναι η χρυσή τομή, σ' όλ' αυτά. Δηλαδή, να 'χεις και προσωπικότητα, να 'σαι και ταπεινός να μην αποκοπείς και από το σώμα των αδελφών σου, να μην είσαι και απομονωμένος να 'σαι μαζί με όλους, όπως έλεγε ο πατήρ Ιερώνυμος της Αίγινας «Μαζίμε όλους αλλά και μόνος». Την ώρα που είσαι μαζί με όλους, να νιώθεις και μόνος Αυτή είναι η λέξη της δια-κρίσεως Αυτή είναι η διάκριση. Και φυσικά μην περιμένεις διάκριση με το που ξεκινάς Μην περιμένεις διάκριση αμέσως. Αυτό θα γίνει όσο γερνάμε, όσο ασπρίζουμε, όταν περάσουνε τα χρόνια, ε, τότε θα 'μαστε πιο σοφοί και συνετοί σ' όλα αυτά τα πράγματα. Ως τότε, ε, θα κάνουμε και λάθη. Ως τότε, θα λέμε και εμείς σαν τον Απόστολο Πέτρο: «Τι θα γίνει με τους άλλους; Τι θα κάνουν οι άλλοι;» και ο Χριστός πάλι θα μας λέει, «Τί πρός σε;». Τι σε ενδιαφέρει αυτό; Κοίτα εσύ να δυναμώσεις τη σχέση σου μαζί Μου· κοίτα εσύ να Μ' αγαπάς· κοίτα εσύ να προσπαθείς να κοιτάς Εμένα, να νοιάζεσαι για Μένα. Κοίτα εσύ να έχεις την ψυχούλα σου έτοιμη να Μου τη δώσεις Και νομίζω τότε θα μας πάρει ο Θεός. Όταν είμαστε αρκετά ώριμοι να αντέξουμε αυτό το μεγάλο ταξίδι, που για να το κάνει κανείς, επειδή είναι μοναχικό ταξίδι, γιατί λέει «ἂπρακτα καθικετεύει τά μάτια», όπου και να στρέψει τα μάτια, λέει, η ψυχή όταν φύγει απ' το σώμα· στους ανθρώπους, ακόμα και σε αγγέλους, λέει το τροπάριο. Παρόλο που λέμε ότι οι Άγγελοι μας βοηθούν μας βοηθούν, αλλά εκείνη η στιγμή, η ψυχή δείχνει, ας πούμε, και τη δική της ποιότητα. Τι μάζεψε. Πόσο δυνατή έγινε. Τότε θα μας πάρει ο Θεός, νομίζω. Όταν μάθουμε να στεκόμαστε μόνοι μας ενώπιόν Του. Με ταπεινή παρρησία και να Του πούμε: «Πάτερ ημών…». Είδες «Πατέρα μου…» αλλά (και) «Πατέρα μας» ταυτόχρονα. Όχι «Πατέρα μου…» — ότι αποκόβομαι απ' τους άλλους — αλλά Σε ονομάζω «Πατέρα, Πατέρα μου», αλλά νιώθω και την ενότητα με τους άλλους.

Αυτή η ώρα, εύχομαι, να αργήσει. Δηλαδή, εύχομαι να ζήσουμε όλοι πολλά χρόνια· αλλά εύχομαι παράλληλα τα χρόνια αυτά να μην περνούν απλώς έτσι· και η σημερινή η μέρα να μην περάσει απλώς έτσι, αλλά να κοιτάξεις να πάρεις τα στοιχεία και τα περιστατικά που θα σου φέρει ο Θεός να ωριμάσεις. Σήμερα θα δεις. Από το πρωί έχουν γίνει περιστατικά, αλλά δεν κατάλαβες το μάθημα. Θα σου στείλει ο Θεός μαθήματα τα οποία θα θέλουν να κάνουν την ψυχή σου πιο δυνατή. Μάθημα υπομονής το 'χασες το πρωί γιατί έχασες, ας πούμε, το λεωφορείο και νευρίασες. Μάθημα ταπείνωσης το 'χασες και αυτό, γιατί σου μιλήσανε στη δουλειά παράξενα και από μέσα σου έβριζες. Μάθημα αγάπης το κέρδισες αυτό, γιατί είδες κάποιον στο δρόμο, στα φανάρια και, ενώ είχες δώσει στα προηγούμενα φανάρια, είπες: «θα δώσω και σ' αυτόν. Δεν πειράζει». Μαθήματα είναι αυτή. Μαθήματα, που μακάρι να μην πηγαίνουν χαμένα· για όλους μας.

Εύχομαι η ώρα που πέρασε να μην ήταν χαμένη. Εύχομαι να με συγχωρείς, γιατί και εγώ μέσα απ' την αδύναμη ψυχή που έχω, βγάζω πράγματα που, ίσως, να 'ναι λανθασμένα, εμπαθή, προβληματικά· αλλά πιστεύω ότι, αν εσύ μέσα σου τα τακτοποιήσεις, τα διορθώσεις, τα καθαρίσεις, μέσα απ'τη δική σου ψυχή, μέσα απ' τη δική σου προσευχή — έτσι; — είναι και αυτό στο κλίμα που έλεγα. Μη τα δέχεσαι όλα όσα σου λένε παθητικά, δυνάμωσε και εσύ και σκέψου και εσύ. Και σ' αυτά που ακούς σκέψου κάτι καλύτερο. Σκέψου κάτι σωστότερο. Και το σωστότερο, όταν το καταλάβεις ε… θυμήσου τότε και εμάς που έχουμε κάνει τα λάθη και είπαμε λάθος πράγματα. Και εσύ μετά, από τη δυνα-μωμένη ψυχή που θα έχεις, θα προσευχηθείς και για μας και για το Βασίλη Χατζηνικολάου, που οι μουσικές του διαρκώς μας συντροφεύουν. Και τον ευχαριστούμε και σήμερα και για όσους κάνουν εκπομπή στο σταθμό και για όσους μας ακούν και για όλους τους αδελφούς μας, σ' όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου.

Καλή δύναμη, αγαπητοί μου φίλοι. Καλή δύναμη, καλή αντάμωση στην επόμενη εκπομπή και μακάρι η ψυχή μας ως τότε, να γίνει λίγο περισσότερο πιο δυνατή.

Загрузка...