ΕΠΙΛΟΓΟΣ

ΑΥΤΗ είναι η αληθινή ιστορία του φαντάσματος της Όπερας. Όπως το είχα αναγγείλει και στην αρχή αυτού του έργου, τώρα δεν μπορεί κανείς πια ν' αμφιβάλλει για το αν ο Ερίκ υπήρξε πραγματικά. Οι αποδείξεις για την ύπαρξή του είναι πάρα πολλές, και σήμερα προσιτές στον καθένα, έτσι ώστε να είναι δυνατόν να παρακολουθήσει κανείς, με μια λογική σειρά, όλα τα γεγονότα και τις συμπεριφορές του Ερίκ που έχουν σχέση με το δράμα των Σανιύ.

Δε νομίζω πως χρειάζεται να επαναλάβω εδώ το πόσο αυτό το δράμα συγκλόνισε την πρωτεύουσα. Η απαγωγή της καλλιτέχνιδας, ο θάνατος του κόμη ντε Σανιύ, κάτω από τόσο περίεργες συνθήκες, η εξαφάνιση του αδελφού του και η τριπλή νάρκωση των υπάλληλων της Όπερας!… Πόσα δράματα! Πόσα πάθη! πόσα εγκλήματα διαπράχτηκαν γύρω από το ειδύλλιο του Ραούλ με τη γλυκιά και γοητευτική Κριστίν!… Τι απόγινε η υπέροχη και μυστηριώδης τραγουδίστρια που ποτέ κανείς δεν ξανάκουσε γι' αυτήν;… Την παρουσίασαν ως το θύμα του ανταγωνισμού των δυο αδελφών και κανείς δε φαντάστηκε αυτό που πραγματικά συνέβη. Κανείς δεν σκέφτηκε πως αφού είχαν εξαφανιστεί και οι δύο, το πιθανότερο ήταν πως το ζευγάρι είχε αποτραβηχτεί σε κάποια ήσυχη γωνιά του κόσμου για να ζήσει μιαν ευτυχία που, μετά τον ανεξήγητο θάνατο του κόμη Φιλίπ, δεν ήθελε να είναι δημόσια… Μια μέρα, πήραν το τρένο απ' το «σταθμό του Βορρά του Κόσμου…»

Ίσως και γω κάποια μέρα θα πάρω το τρένο απ' αυτόν το σταθμό και θα πάω να αναζητήσω στις λίμνες, ω! Νορβηγία, ω! σιωπηλή Σκανδιναβία!, τα χνάρια του Ραούλ και της Κριστίν, που ίσως ζουν ακόμη, καθώς και της μαμά-Βαλέριους που κι αυτή είχε εξαφανιστεί την ίδια εποχή!… Ίσως κάποια μέρα θ' ακούσω τη μοναχική Ηχώ του Βορρά, να επαναλαμβάνει το τραγούδι εκείνης που γνώρισε τον Άγγελο της μουσικής…

Πολύν καιρό μετά το κλείσιμο της υπόθεσης, κάτω από τις κάθε άλλο παρά έξυπνες φροντίδες του ανακριτή κυρίου Φορ, ο Τύπος, κάθε τόσο, προσπαθούσε ακόμη να διεισδύσει στο μυστήριο… και συνέχιζε ν' αναρωτιέται ποιο να ήταν άραγε το τερατώδες χέρι που είχε προετοιμάσει και εκτελέσει τόσες φοβερές καταστροφές! (Έγκλημα και εξαφάνιση).

Μια λαϊκή εφημερίδα, που ήξερε όλα τα κουτσομπολιά των παρασκηνίων, ήταν η μόνη που έγραψε:

«Αυτό το χέρι είναι το χέρι του Φαντάσματος της Όπερας». Το έγραψε φυσικά σε τόνο ειρωνικό. Μόνον ο Πέρσης, που δεν είχαν θελήσει ν' ακούσουν, και που μετά την επίσκεψη του Ερίκ δεν επιχείρησε φυσικά να πάει ξανά να μιλήσει στην αστυνομία, μόνον αυτός ήξερε όλη την αλήθεια.

Είχε μάλιστα και τις βασικές αποδείξεις που του προμήθεψε το ίδιο το φάντασμα, στέλνοντάς του τα ιερά του κειμήλια, όπως του είχε πει…

Τις αποδείξεις εκείνες έπεσε σε μένα να τις συμπληρώσω, με τη βοήθεια του ίδιου του νταρόγκα.

Τον κρατούσα καθημερινά ενήμερο για την πορεία των ερευνών μου κι αυτός τις καθοδηγούσε. Είχε να πάει στην Όπερα πάρα πολλά χρόνια· ωστόσο, θυμόταν το μνημείο πάρα πολύ καλά, με κάθε λεπτομέρεια και πραγματικά, δε θα μπορούσα να βρω καλύτερον οδηγό για ν' ανακαλύψω διάφορες κρυφές γωνιές. Ο Πέρσης ήταν αυτός επίσης, που μου υποδείκνυε τις πηγές για τις έρευνές μου. Αυτός με ώθησε να πάω να χτυπήσω την πόρτα του κυρίου Πολινιύ, σε μια εποχή μάλιστα που ο καημένος ήταν σχεδόν ετοιμοθάνατος. Δεν τον ήξερα καθόλου και δε θα ξεχάσω ποτέ την επίδραση που είχαν πάνω του οι ερωτήσεις μου, οι σχετικές με το φάντασμα. Με κοίταξε λες κι έβλεπε τον ίδιο το διάβολο και δε μου απάντησε· ξεστόμισε μόνο μερικές ασυνάρτητες φράσεις που όμως επιβεβαίωσαν (κι αυτό είναι το βασικό) το πόσο πολύ, στον καιρό του, το Φ.τ.Ο. είχε ταράξει την ήδη ανήσυχη ζωή του. (Ο κύριος Πολινιύ ήταν αυτό που συνηθίζουμε να λέμε viveur.

Οταν μετέφερα στον Πέρση τα πενιχρά αποτελέσματα της επίσκεψης μου στον κύριο Πολινιύ, ο νταρόγκα χαμογέλασε αόριστα και μου είπε: «Ο Πολινιύ ποτέ του δεν κατάλαβε μέχρι ποιο σημείο αυτό το κάθαρμα ο Ερίκ (ο Πέρσης μιλούσε για τον Ερίκ άλλοτε σαν νάταν Θεός κι άλλοτε σαν νάταν σκουπίδι) τον δούλευε. Ο Πολινιύ ήταν προληπτικός κι ο Ερίκ το ήξερε. Ήξερε πολλά πράγματα για την Όπερα… πάρα πολλά, δημόσια και προσωπικά.

Σ.μτφ.: αυτός που κάνει έντονη ζωή.

«Όταν ο κύριος Πολινιύ άκουσε μια μυστηριώδη φωνή στο θεωρείο No 5, να του μιλά για το τι έκανε και για το αν ο συνεταίρος του ήταν άξιος εμπιστοσύνης είχε ήδη πέσει στην παγίδα. Λες και κεραυνοβολήθηκε από μια φωνή εξ ουρανού, νόμισε πως ήταν δαιμονισμένος. Αργότερα όμως, όταν η φωνή άρχισε να του ζητά χρήματα, κατάλαβε πως είχε πέσει θύμα κάποιου επιδέξιου, όπως άλλωστε και ο συνεταίρος του, Ντεμπιέν. Και οι δυο τους, ήδη κουρασμένοι, για διάφορους λόγους, από τα διευθυντικά τους καθήκοντα, παραιτήθηκαν κι έφυγαν δίχως να προσπαθήσουν να γνωρίσουν βαθύτερα την προσωπικότητα του Φ.τ.Ο. που τους είχε κάνει να δεσμευτούν μ' ένα τόσο ιδιόμορφο καταστατικό.

«Κληροδότησαν όλο το μυστήριο στην επόμενη διοίκηση, αφήνοντας ένα βαθύ αναστεναγμό ανακούφισης, νιώθοντας ξαλαφρωμένοι από το βάρος μιας ιστορίας που τους είχε υπεραπασχολήσει δίχως να τους κάνει να γελάσουν, ούτε τον έναν ούτε τον άλλο».

Αυτά είπε ο Πέρσης για τους κυρίους Ντεμπιέν και Πολινιύ. Επί τη ευκαιρία, του μίλησα για τους διαδόχους τους, τους κυρίους Ρισάρ και Μονσαρμέν. Του είπα πως μου 'χε κάνει εντύπωση το γεγονός ότι στις Αναμνήσεις ενός διευθυντή, ο κύριος Μονσαρμέν, ενώ στο πρώτο μέρος είχε μιλήσει τόσο ολοκληρωμένα για τα γεγονότα και τις κινήσεις του Φ.τ.Ο., στο δεύτερο μέρος δεν ανάφερε τίποτα ή σχεδόν τίποτα. Σε τούτη μου την παρατήρηση, ο Πέρσης, που ήξερε αυτά τα απομνημονεύματα σαν να τα 'χε γράψει ο ίδιος, μου είπε πως θα έβρισκα την εξήγηση πάνω σ' αυτό, αν έκανα τον κόπο να σκεφτώ γύρω από μερικές γραμμές που, ακριβώς, στο δεύτερο μέρος του έργου, ο Μονσαρμέν θέλησε ν' αφιερώσει στο Φάντασμα. Να οι γραμμές που μας ενδιαφέρουν: όχι ιδιαίτερα βέβαια, γιατί αναφέρονται στο τέλος της ιστορίας των είκοσι χιλιάδων φράγκων:

«Όσο για το Φ.τ.Ο. (είναι ο κύριος Μονσαρμέν που μιλάει), για το οποίο σας έχω ήδη μιλήσει στην αρχή των απομνημονευμάτων μου, δεν έχω πια τίποτε άλλο να πω εκτός από ένα πράγμα: με μια σωστή κίνηση εξαγόρασε όλα τα δεινά που είχε προκαλέσει στον αγαπητό μου συνεργάτη, και, οφείλω να το παραδεχτώ, και σε μένα. Χωρίς αμφιβολία θα έκρινε πως υπάρχουν κάποια όρια, ακόμα και στις φάρσες· ιδιαίτερα αν κοστίζουν τόσο ακριβά και αν ο αστυνόμος είναι ανήμπορος να παρέμβει, γιατί, όταν μερικές μέρες μετά την απαγωγή της Κριστίν Ντααέ πήγαμε να συναντήσουμε τον Μιφρουά στο γραφείο μας, για να του πούμε όλη την ιστορία, βρήκαμε πάνω στο γραφείο του Ρισάρ μέσα σ' έναν ωραίο φάκελο, όπου με κόκκινο μελάνι ήταν γραμμένο: «Εκ μέρους του φαντάσματος της Όπερας», όλα τα αρκετά σημαντικά χρηματικά ποσά που είχε καταφέρει να πάρει προσωρινά, παίζοντας, από το διευθυντικό ταμείο. Ο Ρισάρ, είπε αμέσως πως θα 'πρεπε να μη δώσουμε συνέχεια στην ιστορία. Συμφώνησα μαζί του. Τέλος καλό, όλα καλά. Έτσι δεν είναι αγαπητό μου Φ.τ.Ο.;»

Προφανώς, ο Μονσαρμέν, ιδιαίτερα μάλιστα μετά την επιστροφή των χρημάτων, συνέχιζε να πιστεύει πως επρόκειτο για κάποια επινόηση της μπουρλέσκ φαντασίας του Ρισάρ, όπως άλλωστε και ο Ρισάρ απ' τη μεριά του, δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει πως ο Μονσαρμέν ήταν πίσω απ' όλ' αυτά, όπου τον εκδικιόταν για κάποια από παλιότερες φάρσες που του 'χε κάνει.

Μου φαίνεται πως ήρθε η στιγμή να ζητήσω απ' τον Πέρση να μου πει με ποιο κόλπο το Φάντασμα εξαφάνιζε τα είκοσι χιλιάδες φράγκα από την τσέπη του Ρισάρ, παρόλο που υπήρχε η παραμάνα. Μου απάντησε πως δεν είχε εμβαθύνει σ' αυτήν τη λεπτομέρεια αλλά πως αν ήθελα να εξετάσω ο ίδιος τους χώρους, θα εύρισκα σίγουρα το κλειδί του αινίγματος μέσα στο γραφείο των διευθυντών. Έπρεπε να 'χω κατά νου πως δεν ήταν χωρίς λόγο που ο Ερίκ είχε ονομαστεί «λάτρης των καταπακτών». Υποσχέθηκα στον Πέρση να πάω να δω, μόλις μπορέσω. Λέω αμέσως στον αναγνώστη πως το αποτέλεσμα των ερευνών μας ήταν απόλυτα ικανοποιητικό. Στην πραγματικότητα, δεν πίστευα πως θα εύρισκα τόσες ατράνταχτες αποδείξεις για την αυθεντικότητα των φαινομένων που αποδίδονταν στο Φάντασμα.

Καλό είναι να ξέρετε πως τα χαρτιά του Πέρση, τα χαρτιά της Κριστίν Ντααέ, οι πληροφορίες που μου έδωσαν οι παλιοί συνεργάτες των κυρίων Ρισάρ και Μονσαρμέν, η ίδια η μικρή Μεγκ (αυτή η υπέροχη μαντάμ Ζιρί — αλίμονο! — δε ζούσε πια) και η Σορέλι, που τώρα έχει αποτραβηχτεί στη Λουβεσιέν, καλό είναι, επαναλαμβάνω, να ξέρετε πως όλ' αυτά, που αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη του Φαντάσματος, στοιχεία τα οποία και θα καταθέσω στα αρχεία της Όπερας, συμπληρώθηκαν και επιβεβαιώθηκαν από πολλές σημαντικές ανακαλύψεις για τις οποίες είμαι υπερήφανος.

Μπορεί να μην ανακάλυψα την κατοικία της Λίμνης — ο Ερίκ θα πρέπει να έχτισε όλα τα μυστικά περάσματα, όλες τις μυστικές εισόδους. (Ωστόσο, πιστεύω πως θα το ανακαλύπταμε αν αποξηραίναμε τη λίμνη, πράγμα που πολλές φορές ζήτησα από τη διεύθυνση των Καλών Τεχνών[14] — ανακάλυψα όμως τον κρυφό διάδρομο των κομμουνάρων που σε μερικά σημεία είναι εντελώς καταστραμμένος. Επίσης, ανακάλυψα την καταπακτή απ' όπου ο Πέρσης και ο Ραούλ κατέβηκαν στα υπόγεια του θεάτρου. Στην κρυψώνα των κομμουνάρων ανακάλυψα πολλά αρχικά που είχαν χαράξει στους τοίχους αυτοί οι δυστυχισμένοι· ανάμεσά τους βρήκα και τα αρχικά Ρ και Σ. Αυτό δε σημαίνει κάτι; Ραούλ ντε Σανιύ! Τα γράμματα, ακόμη και σήμερα, διαβάζονται εύκολα. Φυσικά δεν αρκέστηκα σ' αυτό. Στο πρώτο και στο τρίτο υπόγειο ανακάλυψα δυο καταπακτές με περιστροφικό σύστημα, σύστημα εντελώς άγνωστο στους τεχνικούς της Όπερας, οι οποίοι δε χρησιμοποιούσαν παρά μόνο καταπακτές οριζόντιας ολίσθησης.

Τέλος, έχοντας πλήρη συνείδηση των λόγων μου, μπορώ να πω στον αναγνώστη:

«Επισκεφθείτε μια μέρα την Όπερα, ζητείστε να σας αφήσουν να την επισκεφθείτε ήσυχα, δίχως κάποιον ηλίθιο τσιτσερόνε, μπείτε στο θεωρείο No 5 και χτυπήστε την πελώρια κολόνα που χωρίζει αυτό το θεωρείο από το προσκήνιο. Χτυπήστε με το μπαστούνι σας ή με το χέρι σας κι αφουγκραστείτε· μέχρι το ύψος του κεφαλιού σας η κολόνα ακούγεται κούφια! Μετά απ' αυτό δε θα πρέπει να σας παραξενεύει το ότι κατοικήθηκε από τη φωνή του Φαντάσματος. Μέσα σ' αυτήν την κολόνα υπάρχει χώρος για δυο άτομα! Αν αναρωτηθείτε, πώς και κανείς δε σκέφτηκε την κολόνα, μην ξεχνάτε πως η κολόνα δίνει την εντύπωση ότι είναι συμπαγής και πως η φωνή ακουγόταν από την απέναντι μεριά. (Ξέρουμε πως το φάντασμα, που ήταν εγγαστρίμυθο, μπορούσε να κάνει τη φωνή του ν' ακούγεται απ' όπου ήθελε). Η κολόνα είναι καλοδουλεμένη, έχει πάνω πολλά διακοσμητικά μοτίβα. Δε θα ξαφνιαστώ καθόλου αν μια μέρα μάθω πως κάποιο κομμάτι απ' τ' ανάγλυφα άνοιγε κάποιο πέρασμα· έτσι θα εξηγηθεί και η αλληλογραφία του φαντάσματος με τη μαντάμ Ζιρί, καθώς και οι αβροφροσύνες του. Βέβαια, όλ' αυτά που είδα, άκουσα, αισθάνθηκα κι έπιασα δεν είναι τίποτα μπρος σ' αυτό που στην πραγματικότητα ένα πελώριο, μυθικό πλάσμα όπως ο Ερίκ, θα πρέπει να 'χει δημιουργήσει μέσα στο μυστήριο ενός χώρου σαν κι αυτόν της Όπερας… Παρ' όλ' αυτά, με τίποτα δε θα άλλαζα την ανακάλυψη που έκανα μέσα στο ίδιο το γραφείο του διευθυντή, μερικά εκατοστά από την πολυθρόνα: μια καταπακτή που ξανακλείνει όπως κλείνει ένα κουτί, μια καταπακτή απ' όπου βλέπω να ξεπροβάλλει ένα χέρι που με επιδεξιότητα «δουλεύει» στην τσέπη ενός σακακιού από φράκο…

Από κει λοιπόν εξαφανίστηκαν τα σαράντα χιλιάδες φράγκα!… Κι από κει, με κάποιο άλλο κόλπο, επέστρεψαν ξανά…

Όταν μίλησα, με μεγάλη συγκίνηση όπως μπορείτε να φανταστείτε, γι' αυτήν μου την ανακάλυψη στον Πέρση, του είπα:

«Ώστε λοιπόν, ο Ερίκ τα 'κανε όλ' αυτά για να διασκεδάσει;…»

Ο Πέρσης μου απάντησε:

«Μην πιστεύετε καθόλου κάτι τέτοιο!… Ο Ερίκ είχε ανάγκη από χρήματα, τοποθετώντας τον εαυτό του έξω από την ανθρωπότητα, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό και χρησιμοποιούσε αυτά τα εξαιρετικά χαρίσματα, της επιδεξιότητας και της φαντασίας, με τα οποία τον είχε προικίσει η φύση (λες για να τον αποζημιώσει για τη φριχτή του ασχήμια) για να εκμεταλλεύεται τα μέλη της ανθρωπότητας και συχνά μ' έναν υπέροχο τρόπο, γιατί μην ξεχνάτε ότι πολλές φορές είχε ανταμειφθεί με το βάρος του σε χρυσό. Αν αποφάσισε να επιστρέψει τα σαράντα χιλιάδες φράγκα, το 'κανε γιατί τότε δεν τα είχε πια ανάγκη! Είχε πια παραιτηθεί από την ιδέα να παντρευτεί την Κριστίν Ντααέ. Είχε πια απαρνηθεί την ευτυχία και όλα τα εγκόσμια. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Πέρση, ο Ερίκ καταγόταν από μια μικρή πόλη κοντά στη Ρουέν. Ήταν γιος ενός εργολάβου οικοδομών. Είχε φύγει νωρίς από το πατρικό σπίτι, όπου η ασχήμια του προκαλούσε φόβο και φρίκη στους δικούς του. Για κάμποσο καιρό επιδεικνυόταν στα πανηγύρια, όπου ο ιμπρεσάριός του τον παρουσίαζε ως «νεκροζώντανο». Θα πρέπει να 'χε διασχίσει μ' αυτόν τον τρόπο, από πανηγύρι σε πανηγύρι όλη την Ευρώπη, και θα πρέπει να τελειοποίησε την ιδιόμορφη καλλιτεχνική του εκπαίδευση, καθώς και την εκπαίδευσή του στα μαγικά κόλπα, στην ίδια την κοιτίδα της τέχνης και της μαγείας, στους Τσιγγάνους. Μιαν ολόκληρη περίοδο της ζωής του Ερίκ τη σκεπάζει το σκοτάδι. Τον ξαναβρίσκουμε στο πανηγύρι του Νίζνι-Νόβγκοροντ, όπου εμφανιζόταν σε όλο το αποτρόπαιο μεγαλείο του. Ήδη τραγουδούσε όπως κανείς άλλος στον κόσμο δεν έχει τραγουδήσει ποτέ. Έκανε τον εγγαστρίμυθο και επιδιδόταν σε καταπληκτικές ταχυδακτυλουργίες, που γι' αυτές, τα καραβάνια δεν έπαυαν να μιλάνε ακόμη και μετά το γυρισμό τους στην Ασία. Έτσι, η φήμη του έφτασε στα τείχη του ανάκτορου του Μαζεντεράν, όπου η μικρή σουλτάνα, η αγαπημένη του σα-εν-σαχ, έπληττε. Κάποιος έμπορος γουναρικών, που μόλις είχε γυρίσει στη Σαμαρκάνδη από το Νίζνι-Νόβγκοροντ, διηγήθηκε τα θαύματα που είχε δει κάτω από τη σκηνή του Ερίκ. Κάλεσαν τον έμπορο στο παλάτι, όπου τον ανάκρινε ο νταρόγκα του Μαζεντεράν. Μετά απ' αυτό, ανατέθηκε στον νταρόγκα να βρει και να φέρει τον Ερίκ στο παλάτι. Έτσι ήρθε ο Ερίκ στην Περσία. Εδώ πέρασε πολύ καλά και πολύ κακά. Διέπραξε ουκ ολίγες φρικαλεότητες, γιατί φαίνεται πως δεν είχε αίσθηση ούτε του καλού ούτε του κακού, και συνεργάστηκε σε μερικές πολιτικές δολοφονίες, το ίδιο αδιάφορα όπως είχε καταφέρει να νικήσει, με κάποιες διαβολικές εφευρέσεις τον εμίρη του Αφγανιστάν, που τότε βρισκόταν σε πόλεμο με την αυτοκρατορία. Ο σα-εν-σαχ τον έκανε φίλο του. Εδώ τοποθετούνται Οι Ρόδινες Ώρες του Μαζεντεράν, για τις οποίες πήραμε μια ιδέα από την αφήγηση του Πέρση. Καθώς ο Ερίκ είχε μια εντελώς προσωπική αντίληψη για την αρχιτεκτονική και ένα παλάτι το αντιλαμβανόταν περισσότερο όπως ένας ταχυδακτυλουργός το μαγικό του μπαούλο, ο σα-εν-σαχ του παράγγειλε μια τέτοια κατασκευή που ο Ερίκ πραγματοποίησε με μεγάλη επιτυχία. Αυτή η κατασκευή ήταν τόσο μεγαλοφυής που η Μεγαλειότητά Του μπορούσε να περιφέρεται παντού χωρίς να τον βλέπει κανείς και μπορούσε να εξαφανιστεί ανά πάσα στιγμή χωρίς κανείς να μπορεί να καταλάβει πώς. Όταν ο σα-εν-σαχ απόχτησε αυτό το διαμάντι, διέταξε, όπως κάποτε είχε κάνει κάποιος Τσάρος για έναν ιδιοφυή αρχιτέκτονα μιας εκκλησίας στην Κόκκινη πλατεία της Μόσχας, να βγάλουν τα χρυσαφένια μάτια του Ερίκ. Όμως, μετά σκέφτηκε πως ο Ερίκ ακόμη και τυφλός θα μπορούσε να χτίσει ένα παρόμοιο παλάτι για κάποιον άλλο άρχοντα. Τελικά, όσο ο Ερίκ ήταν ζωντανός, αυτό σήμαινε πως υπήρχε κάποιος που ήξερε τα μυστικά του παλατιού. Έτσι, αποφασίστηκε ο θάνατος του Ερίκ, καθώς και όλων των εργατών που δούλεψαν κάτω από τις διαταγές του. Ο νταρόγκα του Μαζεντεράν ανάλαβε την εκτέλεση αυτής της φριχτής διαταγής. Ο Ερίκ, κάποτε τον είχε βοηθήσει, τον είχε κάνει να γελάσει. Τον έσωσε λοιπόν, και του έδωσε τα μέσα να φύγει. Όμως, λίγο έλειψε να πληρώσει με το κεφάλι του αυτή του τη γενναιοδωρία. Ευτυχώς για τον νταρόγκα, στις όχθες της Κασπίας Θάλασας βρέθηκε ένα μισοφαγωμένο απ' τα θαλασσοπούλια πτώμα, που θεωρήθηκε πως ήταν το πτώμα του Ερίκ. Σ' αυτό βοήθησαν οι φίλοι του νταρόγκα, που είχαν φροντίσει να ντύσουν το πτώμα με ρούχα του Ερίκ. Ο νταρόγκα, τιμωρήθηκε με κατάσχεση της περιουσίας του και με εξορία. Ωστόσο, επειδή ο νταρόγκα ήταν από βασιλική οικογένεια, το περσικό κράτος εξακολουθούσε να του δίνει κάποιο μικρό ποσό, μερικών εκατοντάδων φράγκων, κάθε μήνα. Έτσι ο νταρόγκα ήρθε πρόσφυγας στο Παρίσι.

Όσο για τον Ερίκ, είχε καταφέρει να περάσει στη Μικρά Ασία. Πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου μπήκε στην υπηρεσία του σουλτάνου. Για να σας δώσω να καταλάβετε τι είδους υπηρεσίες μπορεί να πρόσφερε ο Ερίκ σ' έναν άρχοντα που καταδιωκόταν από χιλιάδες εχθρούς, αρκεί να σας πω πως όλες αυτές οι περίφημες καταπακτές, τα μυστικά δωμάτια και τα μυστηριώδη θησαυροφυλάκια που βρέθηκαν στο Γιλντίζ-Κιοσκ, μετά την τελευταία τούρκικη επανάσταση, ήταν έργα δικά του. Αυτός ήταν[15] επίσης που είχε την έμπνευση να κατασκευάσει αυτόματα ντυμένα σαν τον πρίγκιπα, έτσι που ο κόσμος νόμιζε πως ο πρίγκιπας βρισκόταν κάπου, ενώ στην πραγματικότητα, ξεκουραζόταν κάπου αλλού.

Όπως ήταν επόμενο, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το παλάτι για τους ίδιους λόγους που είχε φύγει κι από την Περσία. Ήξερε πάρα πολλά. Τότε, κουρασμένος πια απ' αυτήν την εκπληκτική και τερατώδη περιπετειώδη του ζωή, ευχήθηκε να ζήσει κι αυτός σαν όλο τον κόσμο. Έτσι έγινε εργολάβος, ένας κανονικός εργολάβος που έχτιζε για όλο τον κόσμο, κανονικά σπίτια, με κανονικά τούβλα. Ανάλαβε κάποιες εργολαβίες για την κατασκευή της Όπερας. Όταν όμως βρέθηκε μέσα στα υπόγεια αυτού του τεράστιου θεάτρου, ο καλλιτέχνης, ο θαυματοποιός και ο μάγος, που βρίσκονταν πάντα μέσα του, βγήκαν στην επιφάνεια. Καημένε, δυστυχισμένε Ερίκ! Μα πρέπει να τον λυπόμαστε; Μήπως πρέπει να τον καταριόμαστε; Κατά βάθος, το μόνο που ζητούσε, αυτό που ήθελε, ήταν να ζήσει κι αυτός σαν όλο τον κόσμο! Όμως, ήταν πολύ άσχημος! Έτσι είχε μπρος του δυο επιλογές: είτε να κρύψει την ιδιοφυία του είτε να την περιφέρει, ενώ αν είχε ένα κανονικό πρόσωπο θα ήταν ένας από τους καλύτερους ανθρώπους! Είχε μια μεγάλη καρδιά που μπορούσε να χωρέσει τον κόσμο όλο κι όμως, αυτός τελικά αναγκάστηκε να αρκεστεί σ' ένα υπόγειο. Νομίζω πως το Φάντασμα της Όπερας πρέπει να το λυπηθούμε!

Εγώ, παρ' όλα τα εγκλήματα του, προσευχήθηκα για τη σωτηρία της ψυχής του, παρακάλεσα το Θεό να τον λυπηθεί! Μα, γιατί ο Θεός δημιούργησε έναν τόσο άσχημο άνθρωπο;

Προσευχήθηκα πάνω στο πτώμα του, τις προάλλες, όταν τον ξέθαψαν από τη γη. Εκεί στο ίδιο μέρος που έθαβαν τις ζωντανές φωνές, βρήκαν το σκελετό του. Δεν τον αναγνώρισα βέβαια από την ασχήμια του, γιατί όταν για τόσον πολύ καιρό βρισκόμαστε νεκροί στο χώμα, όλοι είμαστε άσχημοι· τον αναγνώρισα από τη χρυσή βέρα που φορούσε και που δίχως αμφιβολία ήταν η Κριστίν που είχε έρθει και είχε φορέσει στο δάχτυλό του, προτού τον θάψει, όπως του το 'χε υποσχεθεί.

Ο σκελετός βρισκόταν πολύ κοντά στη μικρή πηγή, εκεί όπου, για πρώτη φορά, ο Άγγελος της μουσικής είχε κρατήσει μέσα στα τρεμάμενα χέρια του την Κριστίν Ντααέ.

Και τώρα τι θα κάνουν το σκελετό; Δε φαντάζομαι να τον πετάξουν σε κάποιον κοινό τάφο… Εγώ, το λέω: η θέση του σκελετού του Φαντάσματος της Όπερας, είναι στα αρχεία της εθνικής Ακαδημίας της μουσικής: Δεν πρόκειται για ένα συνηθισμένο σκελετό.

Загрузка...