7 ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΘΕΩΡΕΙΟ No 5

ΑΦΗΣΑΜΕ τους κυρίους Φερμέν Ρισάρ και Αρμάν Μονσαρμέν τη στιγμή που αποφάσισαν να πάνε να κάνουν μια μικρή επίσκεψη στο Θεωρείο No 5.

Πέρασαν την πλατιά σκάλα που οδηγεί από το χολ των γραφείων της διοίκησης στη σκηνή και τα παρασκήνια. Διέσχισαν το πλατό, μπήκαν στο θέατρο από την είσοδο των μελών και προχώρησαν στη σάλα από τον πρώτο αριστερό διάδρομο. Γλίστρησαν ανάμεσα στις πρώτες σειρές της ορχήστρας και κοίταξαν το θεωρείο No 5. Δεν το 'βλεπαν καλά γιατί ήταν βυθισμένο στο μισοσκόταδο και τεράστια καλύμματα σκέπαζαν το κόκκινο βελούδο των καθισμάτων.

Εκείνη την ώρα, ήταν σχεδόν μόνοι μέσα στην τεράστια σκοτεινή κοιλότητα της ορχήστρας. Βαριά σιωπή απλωνόταν γύρω τους. Ήταν η πιο ήσυχη ώρα, η ώρα που οι εργάτες πάνε να πιουν.

Όλη η ομάδα είχε εγκαταλείψει τη σκηνή αφήνοντας μισοστημένο το σκηνικό. Μερικές φωτεινές λουρίδες (ένα φως θαμπό, αλλόκοτο, που 'μοιαζε κλεμμένο από κάποιο ετοιμοθάνατο αστέρι) είχαν καταφέρει να μπουν ποιος ξέρει από ποιο άνοιγμα. Έφταναν μέχρι έναν παλιό πύργο που ύψωνε τις χάρτινες επάλξεις του πάνω στη σκηνή. Το κάθε τι μέσα σ' αυτή την ψεύτικη νύχτα ή μάλλον μέσα σ' αυτήν την ψεύτικη μέρα, έπαιρνε παράξενα σχήματα. Το ύφασμα που κάλυπτε τα καθίσματα της ορχήστρας έμοιαζε με τρικυμισμένη θάλασσα που τα γαλανά της κύματα είχαν ακινητοποιηθεί κάτω από τις μυστικές διαταγές του γίγαντα των καταιγίδων που, όπως ο καθένας ξέρει, τ' όνομά του είναι Αδαμάστορας.

Οι κύριοι Μονσαρμέν και Ρισάρ ήταν τα ναυάγια της ακίνητης αναστάτωσης μιας θάλασσας από βαμμένο τούλι. Προχωρούσαν προς τ' αριστερά θεωρεία με μεγάλες δρασκελιές ή μάλλον με μεγάλες απλωτές, όμοια με τους ναύτες που έχουν εγκαταλείψει τη βάρκα τους και προσπαθούν απεγνωσμένα να φτάσουν στην ακτή. Οι οχτώ μεγάλες κολόνες υψώνονταν στη σκιά σαν προστατευτικοί πάσσαλοι που φιάχτηκαν για να στηρίξουν την απόκρημνη ακτή, που τα ετοιμόρροπα θεμέλια της αποτελούσαν οι κυκλικές και τοξοειδείς γραμμές των μπαλκονιών των δεύτερων και τρίτων θεωρείων. Μακριά, ψηλά από την απόκρημνη ακτή, ήταν σκορπισμένες, πάνω στο δερμάτινο ουρανό του κυρίου Λενεπβέ, διάφορες φιγούρες που μόρφαζαν και γελούσαν κοροϊδευτικά με την ανησυχία των κυρίων Μονσαρμέν και Ρισάρ. Κι όμως, επρόκειτο για πολύ σοβαρές μορφές. Ήταν η Ίσις, η Αμφιτρίτη, η Ήβη, η Φλόρα, η Πανδώρα, η Ψυχή, η Θέτις, η Πομόνα, η Δάφνη, η Γαλάτεια, η Αρέθουσα. Μάλιστα, ούτε λίγο ούτε πολύ, η ίδια η Αρέθουσα και η Πανδώρα, που όλος ο κόσμος γνωρίζει απ' το κουτί της, κοιτούσαν τους δυο νέους διευθυντές της Όπερας, που, τελικά κατόρθωσαν να κρατηθούν από κάποιο απομεινάρι του ναυάγιου και από κει παρατηρούσαν σιωπηλοί το πρώτο θεωρείο No 5. Έχω ήδη πει πως ήταν ανήσυχοι. Τουλάχιστον, έτσι υποθέτω. Εν πάσει περιπτώσει, ο κύριος Μονσαρμέν παραδέχεται πως είχε εντυπωσιαστεί. Συγκεκριμένα λέει: «Αυτή η “αιώρα” (τι στυλ!) του φαντάσματος της Όπερας κατάληξε να ταράξει όχι μόνο την ισορροπία των φαντασιακών μου δυνατοτήτων, αλλά και των οπτικών, γιατί — (μήπως όμως, τελικά, αυτά που μας εντυπωσίασαν τόσο δεν ήταν άλλο από τον περίεργο χώρο όπου βρισκόμασταν και η απόλυτη σιωπή που κυριαρχούσε παντού;… Μήπως υπήρξαμε θύματα κάποιας ψευδαίσθησης, εξαιτίας της μισοσκότεινης αίθουσας και του ημίφωτος που έλουζε το θεωρείο No 5;) — γιατί, τόσο εγώ όσο και ο Ρισάρ, είδαμε την ίδια στιγμή στο θεωρείο No 5 μια φιγούρα. Ο Ρισάρ δεν είπε τίποτα. Ούτε και γω άλλωστε. Μετά, μείναμε για μερικά λεπτά έτσι, ακίνητοι, περιμένοντας, με τα μάτια καρφωμένα στο ίδιο σημείο: όμως η φιγούρα είχε εξαφανιστεί. Τότε, βγήκαμε έξω και μόνον όταν βρεθήκαμε στο διάδρομο μιλήσαμε για τις εντυπώσεις μας και για τη φιγούρα. Το άσχημο είναι πως η φιγούρα που είδα εγώ, δεν έμοιαζε καθόλου με τη φιγούρα που είδε ο Ρισάρ. Εγώ είδα κάτι που έμοιαζε με νεκροκεφαλή και ακουμπούσε στο θεωρείο, ενώ ο Ρισάρ είχε δει μια γέρικη γυναικεία φιγούρα που θύμιζε τη μαμά — Ζιρί. Έτσι καταλάβαμε πως μάλλον υπήρξαμε θύματα κάποιας παραίσθησης και, δίχως καθυστέρηση, αρχίσαμε να τρέχουμε γελώντας προς το θεωρείο No 5. Μπήκαμε μέσα και βέβαια δε βρήκαμε καμιά “φιγούρα”.»

Και τώρα, να 'μαστε στο θεωρείο No 5.

Είναι ένα θεωρείο όπως και όλα τ' άλλα πρώτα θεωρεία. Τίποτα δεν το κάνει να ξεχωρίζει από τα διπλανά του.

Οι κύριοι Μονσαρμέν και Ρισάρ διασκέδαζαν και γελούσαν, μετακινούσαν τα έπιπλα του θεωρείου, ανασήκωναν τα καλύματα και τις πολυθρόνες και εξέταζαν με ιδιαίτερη προσοχή το κάθισμα όπου συνήθιζε vac κάθεται τη φωνή. Διαπίστωσαν πως επρόκειτο για μια απολύτως εντάξει πολυθρόνα, που δεν είχε τίποτα το μαγικό. Με λίγα λόγια, το θεωρείο No 5 ήταν ένα απόλυτα φυσιολογικό θεωρείο, με την κόκκινη ταπετσαρία του, τις πολυθρόνες του, το χαλί του και τα κόκκινα βελούδα του. Αφού ψηλάφησαν με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα του κόσμου το χαλί και αφού, για μια ακόμη φορά, δεν ανακάλυψαν τίποτα ιδιαίτερο, κατέβηκαν στο θεωρείο του ισογείου που βρίσκεται ακριβώς από κάτω από το θεωρείο No 5. Βρίσκεται ακριβώς στη γωνία της πρώτης εξόδου, αριστερά από τα καθίσματα της ορχήστρας. Ούτε εκεί βρήκαν τίποτα το αξιόλογο.

«Όλοι αυτοί μας κοροϊδεύουν», κατάληξε ο Φερμέν Ρισάρ. «Το Σάββατο ανεβαίνει ο Φάουστ και μεις θα παρακολουθήσουμε την παράσταση από το θεωρείο No 5!»

Загрузка...