Τα δυο Σκυλιά

Ένας άνθρωπος είχε αγοράσει δυο μικρά σκυλιά και τα είχε πάει στο σπίτι του.

Το ένα λογάριαζε να το κάνει λαγωνικό, γιατί ήτανε και κυνηγός, και το άλλο, που είχε πλούσιο μεταξωτό τρίχωμα, θα το κρατούσε στο σπίτι του για να του το φυλάει και να του το στολίζει κιόλας.

Άρχισε λοιπόν, από την πρώτη μέρα κιόλας, που τα πήρε, να γυμνάζει το λαγωνικό ώρες ολόκληρες και να το κουράζει στο τρέξιμο, ενώ το άλλο τ' άφηνε να τεμπελιάζει ξαπλωμένο.

Όταν γύμνασε αρκετά το λαγωνικό, άρχισε να βγαίνει κάθε μέρα μαζί του στο κυνήγι, στους κάμπους και στα βουνά, κι όταν γύριζαν, αργά το βράδυ, στο σπίτι τους, έδινε, από το κυνήγι, που έφερνε, και στο σκυλί του σπιτιού να φάει.

Εκείνο έτρωγε ό,τι του έδιναν, κουνούσε την ουρά του και συνέχιζε τον ύπνο του, γιατί άλλη δουλειά δεν έκανε όλη μέρα.

Το καημένο το λαγωνικό σκυλί, που γύριζε κάθε βράδυ, στο σπίτι τσακισμένο από την κούραση, έβρισκε πως το αφεντικό του το αδικούσε. Γιατί, ενώ αυτό κουραζόταν όλη την ημέρα, το άλλο το σκυλί τεμπέλιαζε κι ωστόσο, το βράδυ, έτρωγαν και τα δυο το ίδιο φαγητό, και μάλιστα αυτό το κυνήγι, που εκείνο είχε σπάσει τα πόδια του για να το πιάσει.

Παραπονιότανε λοιπόν στο σύντροφο του:

– Δεν είναι σωστό αυτό που γίνεται: να τρέχω εγώ όλη την ημέρα και να σπάω τα πόδια του και συ να κάθεσαι ξαπλωμένο, να μην κάνεις τίποτα και να τρως απ' αυτά που φέρνω εγώ με τον κόπο μου.

– Γιατί τα βάζεις μαζί μου; του απαντούσε το τεμπέλικο σκυλί. Καλύτερα να παραπονεθείς στο αφεντικό μας. Αυτός μ' έμαθε να μην κάνω καμιά δουλειά, μόνο να ζω από τον κόπο το δικό σου.

Загрузка...