Ο Γεωργός και το παγωμένο Φίδι

Ένα χειμωνιάτικο πρωί, κάποιος γεωργός, που πήγε να σκαλίσει το χωράφι του, βρήκε καταγής ένα φίδι, παγωμένο από το δυνατό κρύο.

Ο γεωργός ήτανε πολύ πονόψυχος άνθρωπος και το λυπήθηκε.

– Το καημένο το φίδι! μουρμούρισε. Κοκάλωσε από το κρύο και μπορεί να ψόφησε κιόλας. Αλλ' αν δεν είναι ακόμα ψόφιο, μπορεί να συνέλθει με τη ζεστασιά.

Πώς να το ζεστάνει όμως το φίδι;

Να γυρίσει στο σπίτι του και να το βάλει κοντά στ' αναμμένο τζάκι; Ήταν μακριά κι έπρεπε να τελειώσει πρώτα το σκάλισμα του χωραφιού.

«Ας το βάλω στον κόρφο μου», σκέφτηκε. «Εκεί μέσα είναι πιο ζεστά».

Και, πιάνοντας το κοκαλιασμένο φίδι, το 'χωσε στον κόρφο του κι εξακολούθησε τη δουλειά του.

Η δουλειά ήταν βαριά κι ο γεωργός ζεστάθηκε, ίδρωσε.

Μέσα στον κόρφο του ζεστάθηκε και το φίδι το κοκαλιασμένο και συνήρθε από τη νάρκη του.

Και τότε, ευχαριστημένο που βρισκότανε στη ζωή κι έβρισκε και τροφή, δάγκωσε δυνατά το γεωργό στο στήθος του.

Ο δύστυχος σωριάστηκε στο χώμα, σπαράζοντας από τους πόνους, γιατί το φίδι είχε δηλητήριο στο δόντι του.

– Καλά να πάθω, αφού λυπήθηκα έναν αχάριστο… μουρμούρισε ο γεωργός ξεψυχώντας.

Загрузка...