Το κυνηγιάρικο Σκυλί και τ' άλλα

Ζούσε στα παλιά τα χρόνια ένας άνθρωπος, που κυνηγούσε αγρίμια. Δεν τα κυνηγούσε όμως για να τα σκοτώσει, αλλά για να τα πιάνει ζωντανά και να τα πουλάει.

Κι επειδή μόνος του δεν θα μπορούσε να τα βάλει μ' ένα αγρίμι και να το πιάσει ζωντανό, είχε πάρει κι ένα σκυλί και το γύμνασε να παλεύει με λιοντάρια, με αρκούδες και άλλα αγρίμια κι έτσι να δίνει καιρό στο αφεντικό του να τα δένει γερά και να τα πιάνει ζωντανά.

Το σκυλί ήτανε μεγαλόσωμο και πολύ δυνατό κι ο κυνηγός το τάιζε καλά και το περιποιότανε πολύ, γιατί χωρίς αυτό, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.

Τ' άλλα τα σκυλιά της γειτονιάς, που κανένας δεν τα περιποιότανε και που έψαχναν να βρουν κανένα κόκαλο για να φάνε, ζήλευαν το κυνηγάρικο σκυλί και το καλοτύχιζαν.

Το σκυλί όμως του κυνηγού είχε βαρεθεί την επικίνδυνη δουλειά που έκανε και, μια μέρα που το αφεντικό του είχε ξεχάσει να το δέσει με την αλυσίδα, όπως συνήθιζε, κάθε φορά που γυρνούσαν στο σπίτι, βρήκε την ευκαιρία που ζητούσε τόσο καιρό και, πηδώντας από τη μάντρα, το 'βαλε στα πόδια.

Τ' άλλα τα σκυλιά της γειτονιάς, που το είδανε να φεύγει, έτρεξαν πίσω του, απορώντας, και το ρώτησαν:

– Γιατί το 'σκασες από το αφεντικό σου, που σε τάιζε καλά και σε περιποιότανε τόσο πολύ;

– Τι να το κάνω το καλό φαγητό και την περιποίηση, όταν κάθε μέρα κινδυνεύει η ζωή μου, γιατί είμαι υποχρεωμένο να παλεύω με τ' αγρίμια; τους αποκρίθηκε.

Και τότε τ' άλλα τα σκυλιά κατάλαβαν πως αυτά ήταν πιο τυχερά που, αν δεν είχαν άφθονο φαγητό, δεν είχαν και κανέναν κίνδυνο.

Загрузка...